Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2023

ΜΝΗΜΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

 ΜΝΗΜΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ ΚΑΙ Η ΑΓΓΑΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΙΤΣΑ ΚΙ ΑΛΛΟΥ

Γράφει ο  Ταβλάς Ιωάννης του Κ.


 Αγγαρεία είναι γενικώς κάθε μη αμοιβόμενη υποχρεωτική εργασία .

Μια από τις πικρές αναμνήσεις που μας άφησαν οι Ναζί από την τετράχρονη δηλητηριώδη κατοχή τους στον τόπο μας, είναι και η αγγαρεία. Όχι βέβαια η μεγαλύτερη, ούτε η πικρότερη.

Την περίοδο 1941-44 η ΚΡΗΤΗ ήταν στην γερμανική ζώνη κατοχής. Σκληρά χρόνια  και  βασανιστικές- εξοντωτικές   οι αγγαρείες που επέβαλε ο γερμανικός στρατός.

Οι εργάτες επιλέγονταν από το γερμανικό Φρουραρχείο. Μια ονομαστική κατάσταση τοιχοκολλούσαν έξω από το Φρουραρχείο, αλλά και ο διερμηνέας των γερμανικού στρατού, που ήταν Έλληνας πήγαινε από μαγαζί σε μαγαζί και από σπίτι σε σπίτι για να αναγγείλει ότι την επομένη έπρεπε να παρουσιαστούν στο Φρουραρχείο για αγγαρεία. Κανείς δεν τολμούσε να αποφύγει την αγγαρεία, επειδή οι ποινές ήταν αυστηρότατες. Είχαν όμως το δικαίωμα να στείλουν κάποιον άλλον στην θέση τους, αφού βέβαια τον δήλωναν στο Φρουραρχείο.

 Η αντικατάσταση όμως κόστιζε. Πλήρωναν ένα μεροκάματο σε αυτόν που θα δεχόταν. Υπήρχαν και κάποιοι που είχαν γίνει επαγγελματίες. Αυτοί αναλάμβαναν με πληρωμή να αντικαταστήσουν τον οποιοδήποτε. Πρώτα όμως γίνονταν διαπραγματεύσεις για  το κόστος του μεροκάματου. Αφού συμφωνούσαν πήγαιναν στο Φρουραρχείο και άλλαζαν τα ονόματα τους με την βοήθεια του διερμηνέα. Η δουλειά είχε κλείσει. Ο εργάτης έβγαζε ένα μεροκάματο, καθώς αλλού δουλειές δεν υπήρχαν. Ο καταστηματάρχης γλύτωνε το χαμαλίκι και άνοιγε το μαγαζί του.

Εκτός της λίστας των ονομάτων για αγγαρεία οι Γερμανοί είχαν και άλλους τρόπους για να συγκεντρώσουν εργάτες. Με διαταγή του Φρούραρχου έκαναν μπλόκο στα καφενεία και άρπαζαν όλους τους νέους άνδρες με βία. Οι Γερμανοί μισούσαν τους θαμώνες των καφενείων, και πιο πολύ μισούσαν αυτούς που είχαν κομπολόγια στα χέρια τους ή αλυσίδες με τα κλειδιά τους. Άρπαζαν λοιπόν τα κομπολόγια, τα έκοβαν και τις χάντρες τις πετούσαν στα κεραμίδια. Το ίδιο και τις αλυσίδες. Οι Γερμανοί είχαν διαπαιδαγωγηθεί με το σύνθημα του Χίτλερ ότι η εργασία απελευθερώνει και δεν άντεχαν να βλέπουν τους νέους να κάθονται και να τεμπελιάζουν στα καφενεία. Μετά τις συλλήψεις, όλους τους οδηγούσαν στο μέρος που θα εργάζονταν και τους άφηναν ελεύθερους μόνο όταν τελείωναν όλες οι εργασίες. Βέβαια για πληρωμή ούτε λόγος. Ήταν καταναγκαστική εργασία η αγγαρεία όπως έλεγαν τότε.

Άλλες φορές οι Γερμανοί στρατιώτες έστηναν μπλόκα και άρπαζαν τους άνδρες από τους δρόμους. Κανείς δεν ξέφευγε γιατί γνώριζαν ότι όποιος δεν σταματούσε θα τον πυροβολούσαν. Τέτοιου είδους συλλήψεις γίνονταν προς το τέλος του πολέμου και μάλιστα για αγγαρείες σε άλλες μακρινές περιοχές ακόμη και στη Γερμανία. Οι Γερμανοί έφυγαν και οι αγγαρείες και οι εκτελέσεις τελείωσαν.

 Όλοι ήλπιζαν σε μια καλύτερη εποχή, όμως διαψεύστηκαν. Μετά το 1950 η ζωή άρχισε να επανέρχεται .

Η "αγγαρεία" στην Κρήτη

Την Κρήτη οι Γερμανοί επέλεξαν να τη μετατρέψουν σε "Φρούριο" (Festung). Επιβλήθηκε, και ως αντίποινα για την αντίσταση του πληθυσμού στη Μάχη της Κρήτης, η υποχρεωτική εργασία, η "αγγαρεία", ως "μέτρο συλλογικής τιμωρίας, που η αποφυγή της έγινε βασική μορφή παθητικής αντίστασης" από τους Κρητικούς. Από την αγγαρεία εξαιρούνταν μόνο οι ένοπλοι συνεργάτες των κατακτητών και οι οικογένειές τους...

Το 35-50% του πληθυσμού της υπαίθρου υποχρεώθηκε σε υποχρεωτική εργασία. Κάθε χωριό όφειλε να συνεισφέρει συγκεκριμένο αριθμό από πρόσωπα, που τα όριζε ο πρόεδρος, ο οποίος ήταν υπεύθυνος και για την αλλαγή τους. Σε περίπτωση απόδρασης, συλλαμβανόταν άλλο μέλος της οικογένειας άνω των 10 ετών ή άλλος συγγενής "άνευ διακρίσεως της ηλικίας". Μια μέρα απουσίας ισοδυναμούσε με 10 ημέρες φυλάκιση που εξαγοραζόταν με 5 οκάδες λάδι ή 40 οκάδες πατάτες. Οι κοινότητες όφειλαν να συνεισφέρουν επίσης σε κάρα και ζώα καθώς και με 3 οκάδες ξύλα ανά άτομο κάθε εβδομάδα.

Δικονομικά γερμανικά τερτίπια

Η καταναγκαστική εργασία αποτελεί κατά περίπτωση έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Για το ζήτημα των αποζημιώσεων η Γερμανία μόλις τον Αύγουστο του 2000 θέσπισε σχετική νομοθεσία, κυρίως εξαιτίας της πληθώρας των προσφυγών που εκκρεμούσαν εναντίον της στα δικαστήρια των ΗΠΑ. Υπό διάφορα νομικά τεχνάσματα και κυρίως με την όψιμη διάκριση μεταξύ αιχμαλώτων πολέμου και αμάχων -που ποτέ δεν εφάρμοσε το Γ' Ράιχ- το μεγαλύτερο μέρος των δικαιούχων παραμένει ανικανοποίητο.

Ωστόσο στις ελληνικές απαιτήσεις για επανορθώσεις από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έναντι της Γερμανίας περιλαμβάνονται τόσο οι δημόσιες όσο και οι ιδιωτικές ζημίες και παραμένουν ενεργές, δεδομένου ότι οι μόνες ελληνικές απαιτήσεις που έχουν ικανοποιηθεί είναι οι προβλεπόμενες στις διμερείς συμβάσεις της Βόννης του 1960 (απαιτήσεις θυμάτων από εθνικοσοσιαλιστικές διώξεις) και του 1961 (απαιτήσεις από αφαιρεθέντα καπνά).

Αλά ας δούμε σύμφωνα με τις μαρτυρίες του ιστορικού-Λαογράφου ΚΑΝΑΚΗ Ι. ΓΕΡΩΝΥΜΑΚΗ πως αντιμετώπιζαν οι Γερμανοί κατακτητές τους άνδρες που οδηγούνταν στις αγγαρείες.και συγκεκριμένα στα χωριά των Σφακίων.

 Από το 1941 μας πηγαίνανε στον Ακονέ, ένα βουνό υψόμετρου 1.200 μ. ανάμεσα στα χωριά Ασφένδου, Ιμβρος και Ασκύφου. Εκεί φτιάξανε ένα φρούριο και εγκαταστήσανε ένα μεγάλο ασύρματο για την επαφή τους με το αφρικανικό μέτωπο. Εκεί πηγαίναμε τα τρία παραπάνω χωριά το 1941 και 1942. Εκεί όμως είχαμε πιο ήπια αντιμετώπιση. Δεν ξέρω γιατί. Τα “όμορφα” τα είδαμε στην Αγία Γαλήνη. Από το 1940 είχανε καταγράψει οι Ναζί πόσοι άντρες έπρεπε να πηγαίνουνε για κάθε δεκαπενταμερία να δουλέψουνε εκεί από την κάθε κοινότητα. Είχανε υποχρεώσει τους προέδρους των κοινοτήτων και τους παραδίνανε κατάσταση υποχρέων δημοτών τους. Κάθε 15 ημέρες ένα καράβι έφερνε την προηγούμενη αποστολή και έπαιρνε την επόμενη.

Εσιάζαμε αμαξόδρομο, Μέλαμπες – Αγ. Γαλήνη.
Εκεί περνούσαμε “ζωή χαρισάμενη”. Δεκαπέντε μέρες δεν αλλάζαμε ρούχα, δεν βγάζαμε τα στιβάνια μας, μα φορώντας και τα στιβάνια εβάζαμε το ράσο μας (την κάπα μας) και πλαγιάζαμε πάνω σε κανένα θάμνο. Φυσικά μπάνιο δεν κάναμε αυτές τις 15 μέρες. Ψείρες εκατοντάδες εκρατούσε καθένας. Πιστέψτε με ότι είδα εκεί ψείρες να σέρνονται στο έδαφος. Εγώ δεν είχα την ηλικία για να θεωρούμαι υπόχρεος, μα πήγα μια δεκαπενταμερία για να αντικαταστήσω τον πατέρα μου και έγινα δεκτός. Κάθε πρωί μας δίνανε ένα τσάι και λίγο ψωμάκι. Κάθε μεσημέρι λίγα χόρτα ή λίγα κουκιά με λίγο ψωμάκι ενώ κάθε βράδυ λίγα χόρτα ή όσπρια μα καθόλου ψωμάκι. Το μεσημέρι καθίζαμε λίγο για να φάμε και να ανασάνομε λίγο. Δε θυμάμαι πόση ώρα μα άμα τελειώναμε το φαί πηγαίναμε στις χαρουπιές του κόσμου για να κόψομε χαρούπια να καλύψουνε το κενό που υπήρχε στο στομάχι μας. Και μας κάνανε περισσότερη ανάγκη τα χαρούπια από την ξεκούραση.
Ότι αφορά στους όρους εργασίας, δειγματοληπτικά θα αναφέρω δύο τρία περιστατικά.

 1) Κάποια φορά που ήρθε ο Μποκ και δεν εφάνηκε ικανοποιημένος από τη δουλειά που βγάλαμε, εβγήκε έξω από τον δρόμο, που ήτανε ο επιστάτης μας και του πήρε το ραβδί του και τον έδειρε καλά. Μετά εκατέβηκε στο συνεργείο και κρατώντας στη μια χέρα το λούγκερ και στην άλλη το ραβδί, έδερνε όλο το συνεργείο. Εγώ ήμουνα στην άλλη άκρη του συνεργείου και, ίσως εκουράστηκε να δέρνει και τις γλίτωσα αυτή τη φορά. Αμα εσταμάτησε να δέρνει μας άρχισε στις βρισιές “Ακρου φιξ, σακραμέντο σάϊζε, όλα αυτά είναι τίποτα ντουλειά”. Στη συνέχεια μας έδειξε ένα σημείο και μας είπε: “το βράντυ ως εντώ όλα εντάξυ, όχι εντάξ όλα εργκάτες και επιστάτες ξύλο. Μα πολύ.”.
2) Κάποια άλλη φορά εγώ και ο φίλος μου ο Σπύρος οδηγούσαμε καροτσάκια με σιδερένιες ρόδες και πηγαίναμε μπάζα ανηφορικά. Κάποια φορά που δεν μας εφαίνετο Γερμανός ακουμπήσαμε λίγο στα καροτσάκια μας και οι δύο. Παιδιά ήμαστε, πεινασμένα, κουρασμένα, καψωμένα, μα όταν είδαμε τον Φρανς που επρόβαλε, εβάλαμε σε κίνηση τα “οχήματά” μας μα αυτός ήρθε και μας έδειρε και τους δύο. Γενικά όμως ήτανε ο Φρανς καλύτερος από τον Μποκ, πιο ήπιος.
3) Είχανε ένα κάρο στο συνεργείο. Δεν ψάξανε όμως να βρούνε άλογο να το σέρνει, το άλογο θέλει φροντίδα και φαί. Εβαζαν λοιπόν 4-5 άντρες και τραβούσανε το κάρο ενώ ο Γερμανός τους έβλεπε με το πιστόλι και με το ραβδί. Δεν με έβαλαν εμένα στο κάρο επειδή ήμουνα ακόμα μικρός, και βάζανε εκεί άντρες με αντοχή.

Εκτός από την τακτική αγγαρεία στα μεγάλα έργα, μας χρησιμοποιούσανε σε μικροαγγαρίες για τις τρέχουσες ανάγκες τους και ειδικά για τις μεταφορές εφοδίων με τα έζελ (τα φορτηγά ζώα), γιατί τότε δεν είχαμε αμαξόδρομους, μα μας χρησιμοποιούσανε και για μικροοχυρωματικά έργα που κάνανε (χαρακώματα κ.ά.). Μια φορά τους μεταφέρναμε πράγματα από το Ασκύφου στη Χ. Σφακίων. Ενας άρπαξε ένα πορτοκάλι, μα τον είδε ο Γερμανός που μας συνόδευε και, ο καημένος, δεν έφαγε πορτοκάλι μα έφαγε πολλές κλοτσιές. Αλλη φορά όμως ένας εκατάφερε και άρπαξε ένα σετζούκι και το κρέμασε από μέσα από το σακάκι του και όποτε του ταίριαζε έτρωγε μια δαγκανιά.
Όλα όσα γράφω τα έζησα και τα γράφω ακριβώς όπως ήτανε τα πράματα και από ό,τι γράφω, ό,τι έζησα εγώ βγαίνουνε γενικότερα συμπεράσματα. Ειδικά τα λόγια του σκληρού Μποκ τα γράφω ακριβώς όπως τα άκουσα γιατί ακόμα μου φαίνεται ότι ηχούνε στα αυτιά μου. Μόνο τις βρισιές του στα γερμανικά μπορεί να μην τις αποδίδω σωστά. Κάποια φορά που μεταφέραμε εφόδια πάλι απ’ το Ασκύφου στη Χ. Σφακίων, όταν είδε ο αξιωματικός τους να παίρνει από τα “μεσοσόμαρα” ένα σακούλι με 4-5 οκάδες πράματα τον έβρισε άσκημα: “Σακραμέντο, εσένα πολύ εύκολο” του είπε μεταξύ των άλλων.

ΑΠΟ ΚΡΙΤΣΑ ΠΡΟΣ ΚΡΟΥΣΤΑ!

   Ο δρόμος έχει τη δική του ιστορία.

 


 Από το σημείο αυτό της Κριτσάς οδηγείσαι στο γειτονικό χωριό Κρούστας. Γνωρίζετε ότι αυτός ο δρόμος ανοίχτηκε επί Γερμανικής κατοχής της Κριτσάς; Γερμανοί με αγγαρεία αποφάσισαν να δημιουργήσουν διέξοδο- επικοινωνία από Κριτσά προς Κρούστα με τα φορτηγά τους και να φαρδύνουν τον υπάρχοντα στενό δρομάκο. Ένα σοκάκι δηλαδήυπήρχε τότε που μόνο τα τετράποδα και οι ανθρωποι μπορούσαν να διασχύσουν και να βγουν στα χωράφια τους από εκείνη την πλευρά. Να μην ξεχνάμε επίσης ότι εκεί υπήρχε και υπάρχει βρύση από την εποχή των Ενετών και οι κοπέλλες με τη στάμνα στον ώμο και το υφαντό προσόμι πήγαιναν για να πάρουν από εδώ νερό για το σπίτι τους.   

Οι Γερμανοί λοιπόν κατεδάφισαν μια σειρά από σπίτια, ένα φούρνο, αποθήκες και σταύλους και κάποια έμειναν με μισά δωμάτια. O Μανώλης ο Κλώντζας π.χ. ο κλιτήρας στην Κοινότητα έχασε με τη διάνοιξη το πατριτό του και αναγκάστηκε με οικονομίες να αγοράσει καινούριο εκεί δίπλα στην εκκλησία του Αγίου Πνεύματος από τον έμπορο στον Άγιο Νικόλαο ονόματι Κοκκίνη Εμμ..όπου κι έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του.  Κριτσώτες που ήταν σε ηλικία προς εργασία χρησιμοποιήθηκαν καταναγκαστικά, με κασμάδες, φτιάρια και κάποια μηχανήματα των Γερμανών να πραγματοποιηθεί το σχέδιό τους. Στις μέρες μας κάποιοι ηλικιωμένοι που ζουν ακόμη με διαβεβαίωσαν για τη συμμετοχή τους  στη διάνοιξη. Θρήνος βέβαια για τους ιδιοκτήτες των κτισμάτων αλλά ποιος νοιάστηκε. Το έργο πραγματοποιήθηκε για επικοινωνία με οχήματα με τα πιο πέρα χωριά των Γερμανικών και Ιταλικών στρατευμάτων. Σήμερα βεβαίως από δω θα διαβούν  όσοι επιθυμούν να επισκεφθούν το γειτονικό όμορφο Κρούστα αλλά και πέρα αυτού, την Πρίνα, Καλαμαύκα κλπ χωριά. “Ουδέν κακόν αμιγές καλού”,(δεν υπάρχει κακό που να μη γεννάει και κάποιο καλό), έλεγαν οι αρχαίοι ημών φιλόσοφοι πρόγονοί μας. Έτσι και στην περίπτωσή μας!

Ο Δερματάς του Κρούστα


 

Επί τη ευκαρία αξίζει να μιλήσουμε και για μια άλλη διάνοιξη δρόμου πέρα από τον Κρούστα και στην μέση περίπου προς Πρίνα στη θέση Δερματάς.

Πάλι εδώ με αγγαρείες των Κρουστιανών κυρίως  ανοίχτηκε ο δύσκολος-βραχώδης  δρόμος Κρούστας - Πρίνας (Δερματάς) κι έτσι υπήρξε σύνδεση με τα χωριά της Ιεράπετρας. Αναγκαστική συμμετοχή είχαν και Κριτσώτες κι εδώ να αναφέρουμε ότι ο Μανώλης Σιγανός μαζί με το χωριανό του Κων. Ζαχαριάδη διέφυγαν των Γερμανών σκοπών και κατέφυγαν ψηλά στο Καθαρό όρος. Επίσης ο Εμμ. Βάρδας επίσης κατάφερε και εν μέσω πυροβολισμών να εξαφανιστεί στα βουνά σύμφωνα με τις διηγήσεις Ι. Σιγανού - Ζέρβα και Κων. Βάρδαυιού του δεύτερου.

     Από τότε ο δρόμος έχει βέβαια ασφαλτοστρωθεί και η διαδρομή είναι υπέροχη (κυρίως διασχίζεις πευκώνα), αλλά περί τα 800 μέτρα είναι χωματόδρομος και στενός εκεί στο σημείο του βραχώδους Δερματά αλλά στις μέρες μας, με τα σύγχρονα μηχανήματα,  δεν επιτρέται αυτή η κατάσταση και κάτι πρέπει να γίνει.

  Σκέφτομαι μήπως αν δεν τα σχεδίαζαν αυτά οι Γερμανοί τότε, εμείς δε θα τολμούσαμε να τα πραγματοποιήσουμε ή βεβαίως θα δημιουργούσαμε  από αλλού τη διάνοιξη. Φαντάζομαι επίσης αν το είχαν κάνει στο χωριό μας και από πλατεία προς Άγιο Γεώργιο Χαρακίτη ή Αφέντη Χριστό. Άλλη θα ήταν η εικόνα της Κριτσάς και με λιγότερα προβλήματα λόγω δυσκολίας μετακίνησης με τα τροχοφόρα σήμερα! Ίσως η τάση για μετεστέγαση προς νοτιότερα και η αστυφιλία να μην ήταν τόσο μεγάλη. Σκέψεις, σκέψεις κάνω !

Ταβλάς Ιωάννης του Κ. Συνταξιούχος δάσκαλος

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΛΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ - Ο ΣΧΟΙΝΟΠΟΙΟΣ Ν. ΣΚΟΥΛΙΚΑΡΗΣ

  ΚΡΙΤΣΩΤΙΚΟΙ ΠΑΛΜΟΙ Σχοινοποιός, ένα παραδοσιακό επάγγελμα και ο Κριτσώτης Νικόλαος Σκουλικάρης Όσο γυρνάμε προς τα πίσω, επαγγέλματα, ...