Κυριακή 28 Μαρτίου 2021

ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΚΡΙΤΣΑΣ

 

Οι παλιές μαίες (μαμές) και η Δόξα Σαριδάκη στην Κριτσά.

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ Κ. ΤΑΒΛΑΣ

 


Η πινακίδα με το όνομα της στην πόρτα του σπιτιού της.



 
Εμμ. & Δόξα Σαριδάκη, Νικ. Κλώντζας (Λυρατζής), Εμμ. Ταβλάς (Μανωλάκης) και Αριστ. Παπαδούλης

 Η επιγραφή, στην πόρτα της χωριανής μας Δόξας Σαριδάκη, είναι άλλο ένα ερέθισμα να ανακαλέσω στη μνήμη μου παιδικές εικόνες από τη ζωή και τα δρώμενα του χωριού μας.

Το πέρασμα ενός ανθρώπου απ’ τη ζωή δεν έχει σίγουρα την ίδια σημασία για τον καθένα μας, αφού για άλλους έχει μικρότερη και για άλλους μεγαλύτερη, ανάλογα με το πόσο καλά τον γνωρίζουμε ή, όπως συνηθίζουμε να λέμε, αν ταιριάζουν τα χνώτα μας. Υπήρξαν όμως μερικοί άνθρωποι, των οποίων η ζωή και το έργο τους στέκονται υπεράνω κανόνων και των οποίων τη μνήμη οφείλουμε να τιμούμε. Δεδομένου ότι η παρουσία τους υπήρξε απαραίτητη για τη λειτουργία μιας μικρής κοινωνίας, όπως ήταν η κοινωνία του χωριού μας, καθιστούσε τη δράση τους λειτούργημα και τους ίδιους στυλοβάτες αυτής της κοινωνίας.

                             Δόξα Σαριδάκη

Ένας απ’ αυτούς τους ανθρώπους υπήρξε η αείμνηστη Δόξα Σαριδάκη του Εμμ., η πρώτη σπουδασμένη μαμή, του χωριού. Νιώθω ότι χαμογελάει απ’ τον ουρανό, με το πλατύ εκφραστικό της χαμόγελο, την ώρα που με βλέπει να γράφω.

Ελπίζοντας να μη μεγαλοποιήσω τη μορφή της, όσο μεγάλη φάνταζε στα παιδικά μου μάτια, αισθάνομαι χρέος μου, έστω και μέσα από λίγες αράδες, να την υπενθυμίσω στους παλιούς και να τη γνωρίσω στους νεότερους. Η θύμησή της, συνειρμικά ανακαλεί γεγονότα αλλοτινών καιρών· τρόπους ζωής μιας εποχής που έχει χαθεί για πάντα.

Η αείμνηστη Δόξα δεν καταγόταν από την Κριτσά. Μας ήρθε από τη Νεάπολη προπολεμικά ως Δόξα Χρυσού. Εγκαταστάθηκε στο χωριό κι άρχισε, ως μαία, να προσφέρει τις υπηρεσίες της στις εγκυμονούσες και τις λεχώνες. Στην πορεία γνώρισε και παντρεύτηκε το χωριανό μας Μανώλη Σαρειδάκη, φανοποιό.

Ο σύζυγός της λειτούργησε  επί πολλά χρόνια  δίπλα από το γνωστό και ιστορικό καφενείο ΣΑΡΙΔΑΚΗΣ, παράλληλα και το φανοποιείο. Με τη λαμαρίνα έφτιαχνε αντικείμενα απαραίτητα για κάθε νοικοκυριό την εποχή εκείνη (φανάρια τροφίμων, λύχνους φωτισμού, λαδοτήρια, κουβάδες…).

Απέκτησαν δυο παιδιά το Γιώργο και τη Μαίρη Σαρειδάκη-Ζέρβα. Ευτύχησαν να τα μεγαλώσουν, να τα αναθρέψουν, να τα σπουδάσουν και να τα καμαρώσουν ευτυχισμένα στην κοινωνία.  Άξιος δικηγόρος ο Γιώργος, έφτασε μέχρι τις Βρυξέλλες ως Ευρωβουλευτής. Όσο για τη Μαίρη κι εκείνη ακολούθησε το επάγγελμα της μητέρας της, αφού σπούδασε μαία κι εργάστηκε  όλα της τα χρόνια στο ΙΚΑ, στην  Αθήνα. Χρόνια και οι δυο τους είναι μόνιμοι κάτοικοι Αθηνών, όπου δημιούργησαν τις οικογένειές τους, αλλά τα Καλοκαίρια δεν παραλείπουν να έρθουν στη γενέτειρά τους, Κριτσά, για διακοπές.

Η Δόξα Σαριδάκη υπήρξε η πρώτη επιστήμονας μαία στην Κριτσά, η οποία για πολλά χρόνια δούλεψε ως ιδιώτης και αργότερα διορίστηκε από το κράτος. Έκτοτε παρέα με το γιατρό Μανώλη Φαλκονάκη, στο ιατρείο που διέθετε στο χωριό, είχαν άριστη συνεργασία.

  Δεν ήταν απλά μια μαία, ήταν το στήριγμα την γυναίκας κατά την διάρκεια της κύησης στην γέννα της και στη λοχεία.  Ήταν άνθρωπος που δεν αρνήθηκε ποτέ τη βοήθεια της σε όλους τους χωριανούς μας και όχι μόνο. Με το χαρακτηριστικό της βαλιτσάκι στο χέρι, με τα απαραίτητα για την εποχή εργαλεία, έτρεχε από σπίτι σε σπίτι, όπου υπήρχε ανάγκη, όποια γυναίκα την καλούσε. Στα χέρια της γεννήθηκαν τα περισσότερα παιδιά της Κριτσάς και μάλιστα δεν καταγράφηκε κανένα ατυχές γεγονός, ούτε για μάνα αλλά ούτε και για παιδί, παρά τις δύσκολες συνθήκες εργασίας που υπήρχαν και τούτο λόγω της πείρας και της σωστής κατάρτισής της.

Δεν πρόσφερε όμως μόνο τις υπηρεσίες της ως μαία. Πρόσφερε κι άλλες υπηρεσίες. Μετρούσε την πίεση, έκανε ενέσεις, περιποιόταν και μικροτραύματα των αγαπητών της συγχωριανών, έτρεχε παντού και πάντοτε για να ανακουφίσει τον πόνο. Και κάθε φορά που ξεγεννούσε μια έγγυο, όπως έλεγε η ίδια, κάθε φορά που κρατούσε κάποιο  νεογέννητο στην αγκαλιά της, ένοιωθε ότι ήταν το δικό της παιδί· βγαλμένο από τα σπλάχνα της.

Ήταν εκείνη η γυναίκα, που στάθηκε ακοίμητος φρουρός δίπλα στις ετοιμόγεννες, ταλαιπωρημένες γυναίκες της εποχής εκείνης. «Δεν ξεχνώ», έλεγε, «την πρώτη γέννα, που χρειάστηκε ως νέα μαία στην Κριτσά, να προσφέρω τις υπηρεσίες μου. Με κάλεσε ο πατέρας  του Μανώλη Αφορδακού να ξεγεννήσω τη γυναίκα του. Το πρώτο μωρό που έφερα στον κόσμο ήταν ο Μανώλης Αφορδακός (αγροφύλακας) κι από τότε ξεγέννησα εκατοντάδες Κριτσώτισσες αλλά και άλλες εγκύους στα γύρω χωριά, μέχρι που αποσύρθηκα από την υπηρεσία».

Χρόνια αρκετά είναι που η Δόξα Σαριδάκη έφυγε από τη ζωή. Όμως με ευγνωμοσύνη τη θυμούνται όλοι οι χωριανοί και την είχαν σε βαθιά εκτίμηση και την αγαπούσαν, ενώ  τη μακαρίζουν για όλα τα καλά που τους προσέφερε…

 

Οι πρακτικές μαίες

Πριν τη Δόξα υπήρξαν και κάποιες άλλες Κριτσώτισσες μαμές, αλλά πρακτικές. Οι πρακτικές μαμές ήταν οι γυναίκες που αναλάμβαναν να ξεγεννήσουν τις εγκύους, με γνώσεις που είχαν αποκτήσει  συνήθως από κάποια ηλικιωμένη (συχνά συγγενή) προκάτοχο στο «επάγγελμα», που αναλάμβανε να μυήσει τις διαδόχους της. Γνωρίζουμε ότι μερικές λειτουργούσαν και ως πρακτικές θεραπεύτριες (γιάτρισσες), συνήθως καταγμάτων, αλλά ορισμένες φορές και τραυμάτων ή μολύνσεων.

Υπάρχουν σποραδικές αναφορές σε θεραπείες, οι οποίες φαίνεται ότι ήταν γενικά αρκετά επώδυνες, αφού συχνά περιλάμβαναν καυτηριασμό τραυμάτων (συνήθως με καυτό ή έστω ζεστό λάδι) ή διάνοιξη ελκών ή οιδημάτων με αυτοσχέδια αιχμηρά εργαλεία (πριν τον καυτηριασμό), για τη θεραπεία των μολύνσεων. Βέβαια, οι ειδικότητες της πρακτικής μαμής και της πρακτικής θεραπεύτριας δεν ταυτίζονταν οπωσδήποτε· συχνά ήταν διακριτές. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν οι πρακτικές μαμές ήταν το ειδικό ψαλίδι, η κυρτή βελόνα, οι λαβίδες και μια σκάφη για να πλένουν τα εργαλεία και το μωρό με ζεστό νερό.

Σήμερα πρακτικές μαμές δεν υπάρχουν πλέον, αφού όλες οι γυναίκες γεννούν σε νοσοκομεία ή μαιευτήρια, όπου υπάρχουν ειδικευμένοι μαιευτήρες και μαίες.

Στο χωριό μας την Κριτσά, ένα κεφαλοχώρι, φυσικό ήταν να έχουμε πολλές γέννες. Έτσι γρήγορα κάποιες γυναίκες καταπιάστηκαν με το ξεγέννημα, των οποίων η αμοιβή για τις υπηρεσίες τους, ήταν σε είδος· τρόφιμα συνήθως.

Τις παρακάτω μπόρεσαν να θυμηθούν ο Μανώλης Αφορδακός, συνταξιούχος αγροφύλακας και ο Γιάννης Σγουρός, συνταξιούχος ξυλουργός:

·     Ψηλά στα Περγιολίκια κατοικούσε η πρακτική μαμή, Ευδοκία, (Βδοκιό) Μπρόκου, το γένος Κουτουλάκη.

·     Η Μαρία Αλέξη-Καπετανάκη, (Καπετανομανώλαινα), το σπίτι της οποίας ήταν πριν τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο. Πριν κάποια χρόνια διασωζόταν ακόμη η ειδική καρέκλα, στην οποία ξεγεννούσε τις γυναίκες. Σήμερα αγνοείται η τύχη της!

·     Μετά την αείμνηστη Δόξα Σαρειδάκη, εργάστηκε ως μαία στο χωριό και η Όλγα Κρητικάκη-Σημαιάκη, σύζυγος του συνταξιούχου Γυμνασιάρχη Σταύρου Σημαιάκη.

Στον τομέα της υγείας εργάστηκαν και κάποιες άλλες κυρίες, όπως η Καλλιόπη Καρύδη-Ταβλά, η Φρειδερίκη Χατζάκη και η πρσβυτέρα σήμερα, Μαρία Μαυρομάτη, σύζυγος του παπά Γιάννη Τραντά, οι οποίες κι αυτές βοήθησαν πολύ σε θέματα υγείας, τους Κριτσώτες.

Επίσης και στο Αγροτικό Ιατρείο που συνεχίζει να λειτουργεί και σήμερα, υπηρέτησαν αρκετοί γιατροί, ανάμεσά τους και ο γνωστός καρδιολόγος, Κώστας Σουρέας, ο οποίος αγάπησε τον τόπο μας κι έγινε μόνιμος κάτοικος Αγίου Νικολάου.

Οι προετοιμασίες πριν τη γέννηση

Όσο πλησίαζε ο καιρός της γέννας, στο σπίτι που περίμεναν το ευτυχές γεγονός, γινόταν οι σχετικές προετοιμασίες.

Η έγκυος καλούσε τη μαμή κι εκείνη, αφού την εξέταζε, αποφαινόταν για την πιθαανή ημερομηνία τοκετού, με περιθώριο πρόωρου ή παράτασής του μιας εβδομάδας από τη συμπλήρωση του εννιάμηνου. Αλλά οι πρακτικές μαμές, παρά την έλλειψη επιστημονικών γνώσεων, σπάνια έκαναν λάθος στην ακριβή ημερομηνία του τοκετού!

Οι γυναίκες του σπιτιού έκοβαν παλιά  «φουστάνια» και από τους ποδόγυρους έκαναν τις «φασκιές» και από άλλα τμήματα τις «πάνες». Στη συνέχεια, τα έβραζαν σε ζεματιστό νερό για απολύμανση και τα φύλαγαν σε καθαρό μέρος, περιμένοντας το ευτυχές γεγονός.

Ο πατέρας ή κάποιος από τους φίλους του κατασκεύαζε την ξύλινη κούνια. Τις περισσότερες φορές η κούνια αυτή πήγαινε από μωρό σε μωρό μέσα στην οικογένεια. Η κούνια αυτή δεν ήταν η πιο συνηθισμένη κούνια στα σπίτια των χωριών, όπως και της Κριτσάς. Επειδή είχε κάποιο κόστος, λίγοι είχαν τη δυνατότητα να την αποκτήσουν και  οι περισσότεροι χρησιμοποιούσαν μια άλλη απλή. Έτσι στα περισσότερα Κριτσώτικα σπίτια η κούνια ήταν μια αιώρα. Αποτελούνταν από δυο πασσάλους που ενώνονταν με ένα γερό πανί ή κουβέρτα, ώστε να δημιουργείται ένα κοίλωμα για την εναπόθεση του μωρού.

 Αυτή την κατασκευή την κρεμούσαν με δυο μακριά σχοινιά από δυο χαλκάδες του ταβανιού, είτε επάνω από το κρεβάτι του ανδρόγυνου είτε δίπλα, ώστε να μπορεί η μητέρα - χωρίς κόπο - να σηκώνεται τη νύχτα, για να κουνά και να νανουρίζει το μωρό της. Είναι η «ατζιγγανόκουνια».

Η φασκιά

Η κυρά Μαρία, ηλικιωμένη πολύ σήμερα, μια από τις παλιές μαμές, μάς μίλησε για το φάσκιωμα των μωρών, την περιποίηση της λεχώνας και τη συνήθεια που είχαν οι παλιές μητέρες να «φασκιώνουν» τα μωρά πράγμα που το έκριναν ευεργετικό για την διαμόρφωση του σώματός τους.

«Η φασκιά θα ‘τανε μέτρα· πόσα να σου πω. Πήχες ξέρω. Ίσαμε τέσσερεις πέντε πήχες. Το δέναμε λοιπόν όλο το παιδί και τα ποδαράκια του μέσα. Και κοιμότανε ήσυχο.

Το κεφαλάκι του παιδιού, να καταλάβεις, το δέναμε τρεις μέρες για να γίνει στρογγυλό. Κι άμα έβλεπα καμιά φορά από το ζόρι της γυναίκας να είναι μακρουλό το κεφάλι του παιδιού, το ’κανα έτσι,  γιατί το κεφάλι του παιδιού είναι ζυμωτό· σα ζυμάρι· δηλαδή το ’σφιγγα λιγάκι κι έβρεχα ένα πανάκι με μαστίχα, για να ψηθεί το κεφάλι. Σε λίγη ώρα ξανάλυνα το παιδί, για να δω τον αφαλό· μην τυχόν δεν είναι καλά δεμένο και ματώσει. Και  το ξαναφάσκιωνα.

Την τρίτη μέρα το ’πλενα το παιδί, του ’κανα το μπανάκι του και του φόραγα τη σκουφίτσα του και το ζιπουνάκι του. Τρεις μέρες πηγαινοερχόμουνα  συνέχεια κι έπλενα τη γυναίκα δύο φορές την ημέρα. Πρωί και βράδυ. Μετά πάλι πήγαινα  να δω τί κάνουν. Έ, ήτανε καλά. Με καλοδεχόντουσαν σε όλα τα πράγματα».

 

                                Το σαράντισμα της γυναίκας

Αν δεν σαράντιζε η γυναίκα, δεν έβγαινε από το σπίτι. Ούτε στη δουλειά πήγαινε ούτε στη γειτονιά. Παροιμιώδης έμεινε η φράση: ασαράντιστ’ είσαι και δεν έρχεσαι μέσα;

Στις 40 μέρες η μάνα λούζεται με ζεστό νερό, φοράει καλά ρούχα, κάνει μπάνιο το παιδί και πηγαίνει στην εκκλησία, «για να πάρει την ευχή».

Η μάνα με το βρέφος παραμένει έξω από την εκκλησία. Εκεί ο παπάς της διαβάζει την ευχή. Στη συνέχεια παίρνει ο παπάς το παιδί μέσα στο ιερό, αν είναι αγόρι, το κάνει τρεις βόλτες γύρω από την Αγία Τράπεζα και το βάζει συμβολικά να προσκυνήσει την εικόνα του Χριστού και της Παναγίας.  Αν είναι κορίτσι δεν το βάζει στο ιερό αλλά μόνο να προσκυνήσει. Μετά το αποθέτει μπρος στη Ωραία Πύλη, απ΄ όπου το παραλαμβάνει η μητέρα, αφού προσκυνήσει την εικόνα του Κυρίου. Είναι μια συμβολική πράξη που δείχνει ότι το παραλαμβάνει από τα χέρια του Θεού.

Τελευταία, πολλοί καλούν τον ιερέα την εικοστή ημέρα μετά τον τοκετό για τη λεγόμενη μισή ευχή σαραντισμού, η οποία θα δώσει στη γυναίκα τη δυνατότητα να βγει από το σπίτι νωρίτερα. Τέτοια ευχή δεν υπάρχει. Ο πρεσβύτερος στην περίπτωση εκείνη διαβάζει την ευχή της πρώτης ή της ογδόης ημέρας οι οποίες σήμερα για λόγους πρακτικούς δεν τελούνται στο χρόνο που έχουν ορισθεί.

Η κοινωνική αποδοχή των μαιών      

                Κατά γενική ομολογία, τόσο οι καταρτισμένες όσο και οι πρακτικές μαίες ήταν αξιοσέβαστα πρόσωπα, με κύρος και είχαν μεγάλη κοινωνική αποδοχή. Η προσφορά τους, ειδικά στην επαρχία, υπήρξε καθοριστική. Είναι η πρωταγωνίστρια στο κοινωνικό γεγονός της γέννησης. Ο ρόλος της ήταν βασικός από τη στιγμή της διάγνωσης της κύησης μέχρι και σαράντα μέρες μετά τη γέννα, που η λεχώνα επιτρεπόταν να ξαναμπεί στην κοινωνική ζωή.

Η ίδρυση των σχολών Μαιών στις αρχές του 20ου αιώνα οδήγησε στην σταδιακή αντικατάσταση των πρακτικών μαιών, από καταρτισμένες.. Προς το τέλος του αιώνα η επιστήμη της Μαιευτικής περνάει στα χέρια των ιατρών.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΛΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ - Ο ΣΧΟΙΝΟΠΟΙΟΣ Ν. ΣΚΟΥΛΙΚΑΡΗΣ

  ΚΡΙΤΣΩΤΙΚΟΙ ΠΑΛΜΟΙ Σχοινοποιός, ένα παραδοσιακό επάγγελμα και ο Κριτσώτης Νικόλαος Σκουλικάρης Όσο γυρνάμε προς τα πίσω, επαγγέλματα, ...