Σάββατο 29 Μαΐου 2021

Η ΑΡΔΕΥΣΗ του Κριτσώτικου κάμπου.

 

ΠΩΣ ΦΤΑΣΑΜΕ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΑΝΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΗΓΑΔΙ ΣΤΟΝ ΣΗΜΕΡΙΝΟ Τ.Ο.Ε.Β!

Σαν το μαγγανοπήγαδο
τούτος ο κόσμος μοιάζει
όταν γεμίζει ο ένας κουβάς
ο διπλανός αδειάζει!

Ας αφήσουμε για άλλη  μια φορά το  νους μας  να γυρίσει  πίσω στο μακρύ παρελθόν.

Μια βόλτα στον κάμπο της Κριτσάς θα μας βοηθήσει  πολύ και θα φρεσκάρει τη μνήμη μας.

Για τους  Κριτσώτες κύρια ασχολία και αναγκαία για τα προς το ζην ήταν η καλλιέργεια της γης τους, μιας μεγάλης περιφέρειας, από την Αμμουδάρα και το Βαθύ, μέχρι το Οροπέδιο Καθαρού.

  Φύτεμα , καλλιέργεια δένδρων, σπορά δημητριακών, φύτεμα κήπων με τα κάθε είδους ζαρζαβατικά. Για το πότισμά τους εκμεταλλεύονταν  το νερό της βροχής, αλλά επειδή δεν ήταν αρκετό για να ποτίζουν  σε όλο το διάστημα τις καλλιέργειές  τους,  άρχισαν να σκέπτονται με ποιο τρόπο θ’ αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. 

εικ.1  

 Αν ανατρέξουμε σε πολύ  παλιές εποχές μαθαίνουμε ότι η  ανάγκη του ανθρώπου για την καθημερινή και απαραίτητη χρήση του νερού,(να πιεί, να πλυθεί να ποτίσει), τον εξανάγκασε  να κατοικήσει και ν’ αναπτύξει κοινωνίες κοντά σε πηγές με άφθονο νερό ώστε να καλύπτει τις άμεσες ανάγκες του.

Συν τον χρόνο όμως οι κοινωνίες διευρύνθηκαν και η ανάγκη για την κάλυψη της καθημερινότητας για νερό,  τον υποχρέωσε να ανακαλύψει διαφόρους τρόπους εξεύρεσης, αποθήκευσης ή και μεταφοράς νερού στον τόπο διαβίωσής του.

Έπαιρνε λοιπόν ο άνθρωπος  στα πρώτα βήματά του το νερό από τις πηγές που τότε υπήρχαν πάρα πολλές.  Στην αρχή, με τις χούφτες του έπινε νερό  και πλενόταν. Στη συνέχεια  έφτιαξε γαβάθες με πηλό ή σκαλίζοντας την πέτρα ή το ξύλο.

Όταν οι πηγές άρχισαν να λιγοστεύουν σκέφτηκε να σκάψει στη γη και να φτιάξει στέρνες. Στην αρχή, (βαθουλώματα στο έδαφος) κι αργότερα με χτιστή πέτρα και να συγκεντρώνει το Χειμωνιάτικο νερό της βροχής, (σαρνίτσα τα λέμε), για να το χρησιμοποιεί τους άλλους μήνες τους ξερικούς, (Βλέπε εικ. 1,2)

                                                                      

     

                                                                                                                  εικ. 2

Οι στέρνες διαφέρουν από τα πηγάδια, που σκάβονταν για την άντληση των φυσικών υπόγειων νερών.

Οι στέρνες ήταν ζωτικής σημασίας στις ορεινές κυρίως περιοχές, επειδή τα πηγάδια και οι φυσικές πηγές σπάνιζαν στα ορεινά και, όπου υπήρχαν, συνήθως στέρευαν προς το τέλος του καλοκαιριού.

Οι άνθρωποι έπρεπε να βρουν τρόπους να συλλέγουν και να συγκρατούν το νερό της βροχής ή την απορροή των πηγών.

Έσκαβαν λοιπόν τις στέρνες για τη συλλογή νερού, που επέτρεπε να σχηματίζονται χωριά ακόμη και σε μέρη όπου τα αποθέματα νερού ήταν ελάχιστα. Ήταν το μόνο μέσο για τη διατήρηση επαρκούς αποθέματος νερού.

Για να παίρνει από εδώ το νερό, σκέφτηκε να ανασύρει το νερό, με κάποιο από εκείνα τα δοχεία, που είχε τη δυνατότητα να κατασκευάσει την εποχή εκείνη.

 Πολύ αργότερα έπαιρνε το νερό με ένα κουβά ή μια ντενέκα και με τη βουρλιά, το χοντρό αυτό σχοινί κάνοντας του μερικούς  κόμπους κατά μήκος, ώστε να μη γλιστάρει κατά την ανέλιξη του από το πηγάδι. Για την άντληση του νερού τραβούσαν τη βουρλιά, ‘’γροθιά-γροθιά’’, μια επίπονη προσπάθεια με αποτέλεσμα πολλές φορές να ματώνουν τα χέρια τους.

Η κατασκευή των πηγαδιών

 Το νερό της βροχής επειδή δεν ήταν αρκετό και οι ποσότητες στα σαρνίτσα δεν επαρκούσαν για τις ανάγκες της οικογένειας όλο το χρόνο και οι πηγές επίσης  από κάποια στιγμή στέρευαν, ανάγκασαν τον άνθρωπο να επινοήσει τρόπους εξεύρεσης νερού  από αλλού Άρχισε έκτοτε να σκάβει (ανοίγει), βαθιές τρύπες στη γη και να κατασκευάζει τα πηγάδια.

Επομένως ο πλέον διαδομένος τρόπος εξεύρεσης νερού σε σημεία που δεν υπήρχαν πηγές, επινοήθηκαν κατασκευάσθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν, για την άντληση νερού από μέσα (βάθος),από τη γη, ήταν τα πηγάδια.

          Η κατασκευή του πηγαδιού ξεκίνησε από διάφορα σημεία του εδάφους όπου υπήρχε λίγο στάσιμο ύδατος ή ένδειξη, ότι κάτω από αυτό υπήρχε νερό.

 Όταν υπήρχε η ένδειξη και κυρίως κάποια μικρή λακκούβα με νερό, ο άνθρωπος για περισσότερο απόθεμα ξεκίνησε να ανοίγει την τρύπα περιμετρικά και προς το βάθος, όσο πιο περισσότερες ανάγκες ανέκυπταν τόσο μεγαλύτερη και βαθύτερη κατασκεύαζε την τρύπα.

 Όπου υπήρχαν λίγα αποθέματα νερού και κατά τους θερινούς μήνες λιγόστευε ο άνθρωπος συνέχιζε να σκάβει στο εσωτερικό της τρύπας μέχρι να ξαναβρεί το νερό που λόγω της ξηρασίας είχε κατέλθει η στάθμη.

           Συν το χρόνο αντιλαμβανόμενος το πρόβλημα που ανέκυπτε με τα τοιχώματα της τρύπας, δηλαδή συνεχείς κατολισθήσεις των τοιχωμάτων όπου τα χώματα από τα τοιχώματα μπάζωναν την κοίτη, θόλωναν το νερό κατασκεύασε τοιχώματα με πέτρες.

Τοιουτοτρόπως ξεκίνησε η κατασκευή ολοκληρωμένων πηγαδιών.  Το σκάψιμο και το χτίσιμο ενός πηγαδιού για την απόκτηση του απαραίτητου πόσιμου νερού, δεν είναι μια απλή κοινή τεχνολογία. Γι’ αυτή την εργασία υπήρχαν ειδικοί τεχνίτες, οι λεγόμενοι πηγαδάδες.

           Κάθε πηγαδάς όταν τον καλούσαν για ν’ ανοίξει ένα πηγάδι, έπρεπε κατ’ αρχήν να ελέγξει το έδαφος εάν έχει νερό, ή υδροφόρο κοίτασμα, όπως αναφέρουν σήμερα οι γεωλόγοι.

Συνήθως οι πηγαδάδες είχαν τις απαιτούμενες για εκείνη την εποχή γνώσεις και όταν αντιλαμβάνονταν ότι είναι σίγουροι για την ανεύρεση του νερού τότε ξεκινούσαν τις εργασίες για το σκάψιμο του πηγαδιού.

         

Εικ.3

Πολλές φορές για την ανεύρεση του σημείου που υπάρχει υπόγειο νερού χρησιμοποιούσαν τους ραβδοσκόπους,(βλέπε εικ. 3).

Η ραβδοσκοπία είναι μια πανάρχαια μέθοδος αναζήτησης υπόγειων νερών. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιήθηκε από τους λεγόμενους ραβδοσκόπους και είναι η εύρεση κοιτασμάτων νερού με τη βοήθεια μιας μικρής ράβδου. Χρονολογείται δε, από το 6000 π.Χ. και είναι μια μαντική μέθοδος.

Οι ραβδοσκόποι για να εντοπίσουν κοιτάσματα νερού χρησιμοποιούσαν μια διχαλωτή ράβδο κατασκευασμένη από κλαδί δέντρου, κυρίως φλαμουριάς, ιτιάς ή φουντουκιάς.

Σήμερα, η ράβδος που χρησιμοποιείται από τους ραβδοσκόπους, είναι από σύρμα σε ειδικό σχήμα, κυρίως σε σχήμα ύψιλον (υ).

Το χτίσιμο του πηγαδιού

           Το κτίσιμο του πηγαδιού ήθελε μια ειδική τεχνική και είχε δυο σκοπούς και έπρεπε να είναι πολύ προσεκτική.

 Από την μια έπρεπε να επιτρέπει την είσοδο του νερού και από την άλλη να φράσει τα τοιχώματα που παρασύρονταν στον πυθμένα και συγχρόνως να είναι καλαίσθητο.

 Έτσι το κτίσιμο γινόταν από ειδικούς μαστόρους όπως προείπαμε, που για αυτή την εξειδικευμένη εργασία πληρώνονταν αδρά.

 Στην αρχή έκτιζε μεγάλες πέτρες και στην συνέχεια άλλες πιο μικρές και σε κυκλικό σχήμα για αντιστήριξη. Το κτίσιμο συνεχίζονταν ως την επιφάνεια του εδάφους.

 ήθελαν ιδιαίτερο προσεγμένο χτίσιμο. Μεγάλο άνοιγμα στον πάτο και όσο ανέβαινε το χτίσιμο στένευε. Έπαιρναν δηλαδή το σχήμα κώνου. Αυτό διευκόλυνε το γέμισμα της ντενέκας σκοπεύοντας στο κέντρο του πηγαδιού.

Οι πρώτες κατασκευές άντλησης νερού

Το γεράνι, το μαγγάνι, ο σακιές , αποτελούσαν τους πρώτους, τους παλαιότερους «μηχανισμούς», κατά το παρελθόν και τον πιο διαδεδομένο τρόπο για να τραβά κανείς νερό από το πηγάδι.

 Όμως  η χρήση τους ήταν  κοπιαστική και όχι ιδιαίτερα αποδοτική μέχρι να εφευρεθούν οι σύγχρονοι τρόποι άντλησης του νερού και γίνει η ζωή πιο άνετη και η άντληση του νερού ευκολότερη και πιο αποδοτική.

Ας γνωρίσουμε με ποιο τρόπο οι παλιότερες γενιές τραβούσαν το νερό από τα πηγάδια για να ποτίσουν τα χωράφια, τα ζώα τους και να καλύψουν τις ανάγκες των σπιτιών τους.

                                                                             εικ.4         


                                                               εικ.5

To Γεράνι ,ήταν ένας αρκετά διαδομένος ξύλινος μηχανισμός που μας ήρθε από την  Αίγυπνο. Στηρίζεται στο φυσικό νόμο της βαρύτητας.

Αποτελείται από ένα χοντρό ξύλινο κορμό δέντρου, (ο στύλος), που είναι στερεωμένος στο έδαφος σε κατάλληλη απόσταση από το πηγάδι και η κορυφή του απολήγει σε διχάλα με δυο σκέλη (σχήμα V).

Πάνω σε αυτό το V, προσαρμοζόταν με μια σιδερένια ή ξύλινη περόνη, ένα μακρύ και λεπτότερο ξύλο (δοκίδα), με διπλάσιο περίπου μήκος από ότι ο στύλος.

 Σε πολλές περιπτώσεις η δοκίδα  αποτελούνταν από δύο κομμάτια ξύλου που ενώνονται μεταξύ τους.

 Στο κάτω άκρο της δοκίδας προσαρμόζεται μια βαριά πέτρα που φέρει μια τρύπα τοντόνα) και στο άλλο άκρο ήταν δεμένη η βουρλιά, ένα χοντρό σχοινί  που αν θυμάμαι καλά κατασκεύαζονταν στην κοντινή μας Ιεράπετρα όπου εκεί υπήρχε εγχώρια  βιοτεχνία της βουρλιάς.

 Το βάρος της πέτρας πρέπει να είναι λίγο μεγαλύτερο από το βάρος του δοχείου με νερό που χρησιμοποιείται ενώ το σχοινί  πρέπει να είναι μακρύ, ανάλογα με το βάθος του πηγαδιού.

 Στο άλλο άκρο του σχοινιού δένεται το δοχείο για την άντληση του νερού τενέκα, γαζοντενέκα τη λέγαμε).

Ο εργάτης κατέβαλε δύναμη για να κατεβάσει τη δοκίδα  και να  γεμίσει με νερό το δοχείο.

Αργότερα χρησιμοποιούσαν τα καραβόσκοινα ως πιο εύχρηστα γιατί δεν έσχιζαν τα χέρια.

 Η ανάσυρση όμως του νερού γινόταν ποιο άνετα, γιατί εξαιτίας του βάρους της πέτρας, ανασηκωνόταν η δοκίδα και επανερχόταν στη θέση της, παρασύροντας προς τα πάνω το δοχείο με το νερό.

Αυτό γινόταν κατά επανάληψη, αρκετές φορές, ανάλογα με πόσο νερό χρειαζόταν ο αγρότης,  με  μια διαδικασία επίπονη, κουραστική και όχι ιδιαίτερα αποδοτική.

Το Μαγγάνι, ήταν χειροκίνητο μηχάνημα τοποθετημένο σταθερά στο στόμιο του πηγαδιού, από το οποίο και το πηγάδι ονομάστηκε μαγγανοπήγαδο.

 Το χρησιμοποιούσαν σε πηγάδια με μεγάλο σχετικά βάθος και για άντληση μικρής ποσότητας νερού, για να πιείς, να πλυθείς, ή για να ποτίσεις μερικά φυτά.

 Το μαγγάνι αποτελείται από έναν ξύλινο ή μεταλλικό κύλινδρο, που στηρίζεται στα άκρα του με δυο τριγωνικές βάσεις πάνω στο στόμιο του πηγαδιού.

 Γύρω από τον κύλινδρο περιτυλίγεται μακρύ σκοινί ή αλυσίδα, που η μια άκρη του είναι δεμένη σταθερά στον κύλινδρο και στην άλλη είναι δεμένος ένας κουβάς, που μπορεί να φτάσει ως τον πάτο του πηγαδιού.

Στις άκρες του κυλίνδρου εξέχουν οι χειρολαβές, με τις  οποίες  μπορεί να περιστρέψει κάποιος τον κύλινδρο. Όταν τη γυρίσει, ξετυλίγεται το σκοινί και κατεβάζει τον κουβά ως τη στάθμη του νερού.

Πιάνει τότε το σκοινί με το ένα του χέρι και με μια επιδέξια απότομη κίνηση αναποδογυρίζει τον κουβά, για να βυθιστεί στο νερό και να γεμίσει.

Γυρίζει κατόπιν αντίθετα τον κύλινδρο με τη λαβή και ανασύρει τον κουβά στην επιφάνεια γεμάτο με νερό, για να τον αδειάσει σε κάποιο δοχείο ή  γούρνα,  που βρίσκεται δίπλα από το πηγάδι.

 Σήμερα βλέπουμε τα μαγγάνια στις αυλές χωριάτικων σπιτιών τοποθετημένα πάνω σε εικονικά συνήθως πηγάδια ως διακοσμητικά στοιχεία, που συμβολίζουν μια παράδοση δεμένη με τον ελληνικό χώρο, όπου το νερό είναι ένα στοιχείο πολύτιμο και δυσεύρετο.

 εικ.6


Οι Τρόμπες-Τουλούμπες. Η εξαγωγή  νερού γινόταν και  με τις χειροκίνητες αντλίες (τρόμπες-τουλούμπες), που μπορούσαν να αντλήσουν νερό από μικρά σχετικά βάθη για τις ανάγκες πολλών νοικοκυριών σε χωριά και αγροκτήματα.

 Οι αντλίες αυτές αποτελούνταν από ένα συνήθως σιδερένιο σωλήνα μέσα στον οποίο κινούνταν ένα έμβολο με μορφή δίσκου και με μια ελαστική «φλάντζα» που έκανε στεγανή την επαφή του με τον κύλινδρο. (βλέπε εικ. 6)

 Το έμβολο συνδεόταν με μια χειρολαβή που επέτρεπε την παλινδρομική κίνησή του. στη βάση του έμβολου υπήρχε μια βαλβίδα, που άνοιγε όταν το έμβολο κινούνταν προς τα πάνω και έκλεινε όταν εκινείτο προς τα κάτω.

Ο κύκλος της αντλίας επαναλαμβάνεται προκαλώντας την παροχή του νερού.

Πάντως και με την  τρόμπα ήταν αρκετά δύσκολη  κι επίπονη η άντληση νερού.

          εικ.7

 



0 ιππήλατος σακιές κομπομήχανο. Η ενέργεια που παραγόταν από την ελκτική δύναμη της κυκλικής κίνησης του ζευγμένου με κατάλληλα λουριά τετράποδου, συνήθως γαϊδουριού , κινούσε διαδοχικά τα εξαρτήματα της αντλητικής μηχανής του κομπομήχανου. Ένα οριζόντιο οδοντωτό γρανάζι κινούσε διαδοχικά τον κύλινδρο περιστροφής πάνω στον οποίο κυλιόταν η αλυσίδα με τους λαστιχένιους κόμπους οι οποίοι, μέσα από τη σιδερένια σωλήνα του πηγαδιού , ανέβαζαν ρυθμικά το νερό στην επιφάνεια, στο αυλάκι ποτίσματος .

 Η λαϊκή ονομασία του αντλητικού προέρχεται από τους κατά διαστήματα κόμπους της αντλητικής σιδερένιας αλυσίδας.

 Η αρδευτική χρήση τους εντοπίζεται σε μικρής έκτασης περιβόλια και σε μικρού βάθους πηγάδια , 8-10 μέτρων.

Παρόμοιους μηχανισμούς άντλησης, κατασκεύαζε απλά και οικονομικότερα, ο χωριανός μας μακαρίτης Σήφης Παπαδάκης στο μηχανουργείο του, στην Κιτροπλατεία, στον Άγιο Νικόλαο. (βλέπε εικ. στου Φαντή 7)

 

 

εικ.8

Ο ιππήλατος σακιές με κουβαδάκια. Άλλος τύπος αντλητικής μηχανής,  ήταν ο σακιές, με κουβαδάκια . (βλέπε εικ.8)

Η κύρια διαφορά του από το κομπομήχανο ήταν ο μηχανικός τρόπος άντλησης. Στον κύλινδρο περιστροφής , αντί της αλυσίδας των κόμπων, περιστρεφόταν μια σειρά από σιδερένια ορθογώνια κουβαδάκια συνδεμένα μεταξύ τους , τα οποία , περιστρεφόμενα, βυθίζονταν στο νερό του πηγαδιού και, αφού γέμιζαν, πάλι περιστρεφόμενα, άδειαζαν στο ύψος του κυλίνδρου περιστροφής.

 Στη συνέχεια το νερό έρρεε σε μια σιδερένια σκάφη κάτω από τον κύλινδρο και από εκεί στην παρακείμενη στέρνα ή στο αυλάκι ποτίσματος.

 Ο τύπος του σακιέ, λόγω της μηχανικής σύνθεσής του και του βάρους του αντλούμενου νερού , κατά την άντληση απαιτούσε μεγάλη ελκτική δύναμη, γι αυτό οι αγρότες έζευαν μουλάρι, άλογο ή και αγελάδα.

Και σ’ αυτό το αντλητικό μέσο η απόδοση του ήταν χαμηλή, παρουσίαζε πολλές ζημιές, κυρίως στα κουβαδάκια και επιπλέον χρειαζόταν οποσδήποτε ένα ζώο για την περιστροφή του μηχανισμού.

Λένε πως ήταν ανατολίτικης πατέντας και τις ακούγαμε με το όνομα σακιέδες ροφορά χωρίς συνίζηση, σακ - ές ) .

Έτσι εξηγείται και η ξενική καταγωγή της λέξης από το τούρκικο saca ή το αραβικό sacia- υδροφόρος (βλ. Μ. Πιτυκάκης, Το γλωσσικό ιδίωμα της ανατολικής Κρήτης τόμος  β, σ. 942) .

Στα νεότερα χρόνια ο άνθρωπος κατασκεύασε τον ανεμόμυλο με τα πανιά, για την άντληση νερού και τον άλλο  με τα μεταλλικά πτερύγια, (βλέπε εικ.9), ιδιοκτησίας Μιχάλη Τσίγκου στη Λειβάδα κι ακολούθησαν τις παλαιότερες κατασκευές που  αναφέραμε πιο πάνω.

εικ. 9

ΕΙΕΌλα όμως τα ανωτέρω ήταν χαμηλής αντλιτικής απόδοσης και κυρίως ήταν πολύ κοπιαστικά, αλλά και οι ανεμόμυλοι ήταν κι αυτοί προβληματικοί, καθ’ ότι εξαρτιόταν, από τη ροή του ανέμου.
                        Στον κάμπο της Κριτσάς

Πεζοπορώντας στον Κριτσώτικο κάμπο, αλλά και με τη βοήθεια του αγαπητού μας χωριανού, Μιχάλη Κοκκίνη του Γεωργίου (Σφακιανάκης), όστις είναι πολύ καλός γνώστης της περιφέρειας της Κριτσάς, (ως παλιός γεωργός, άριστος κλαδευτής , κτίστης δεκάδων πηγαδιών, αλλά και ως συμμετέχοντα επί χρόνια  στον ψεκασμό των ελαιοδένδρων), ας απαριθμίσουμε ότι αντλητικό μηχάνημα συναντήσουμε.  .

                                         εικ.10


Ο πιο κοντινός έξω από το χωριό υπήρξε τούτος ο σακιές. Τον σαναντάμε μετά το Νηπιαγωγείο του χωριού και δίπλα στη γέφυρα προς φαράγγι Χαυγά.

Ανήκε στο Γεώργιο Κλώντζα, πατέρα του Μανώλη Κλώντζα,  γνωστού σε μάς τους παλαιότερους, για τη βιοτεχνία αναψυκτικών που λειτουργούσε επί χρόνια στην Κριτσά. Τον κληρονόμησε ο άλλος γιος του Γιάννης Κλώντζας (ο περιπτεράς και κλητήρας της Κοινότητας). Σήμερα ανήκει στην κόρη τους Έλλη, μόνιμος κάτοικος Σητείας. (βλέπε εικ.10).

Μέσα στο χωριό υπήρχε ο σακιές του Σγουρού Ιωσήφ στον κήπο της οικίας του.(βλέπε εικ.10α).

                                                             εικ.10α


                    Ο σακιέςτου Μιχάλη Κουτουλάκη (Ψιθάλης).

                                                             εικ.11

 Μετά την Καμάρα στη Κερά, βαδίζοντας παράλληλα με τον ποταμό, 200 μέτρα δεξιά στην τοποθεσία Σερβελιανά, συναντάμε αυτό τον σακιέ. Ανήκε στον παλιό έμπορο και μακαρίτη Μιχάλη Κουτουλάκη με το παρατσούκλι (Ψιθάλης). Αργότερα μεταβιβάσθηκε στην κόρη του Ευαγγελία Κεκελέκη-Κουτουλάκη. Υπήρχε παλιά κήπος, ενώ  σήμερα βλέπουμε ένα μεγάλο ελαιώνα στη θέση του. (βλέπε εικ.11)

Ο σακιές του Περάκη Μανώλη (Φιλιππομανώλη), πεθερός του Αντώνη του Καρύδη (πρώην Πρόεδρος του χωριού) και του μακαρίτη Γιώργη Δετοράκη του τσαγκάρη και της επίσης μακαρίτισσας κόρης του, Άννας Διαλυνά. Βρισκόταν στη θέση Λινές.

Ο σακιές της  Μπογιατζομαρίας, βρίσκεται λίγο πιο κάτω επί του ποταμού, με τα υπολείμματά του.

Στην τοποθεσία Κυπαρίσσι, ο μακαρίτης  Μιχάλης Δετοράκης, πατέρας του Νικολή Δετοράκη, λειτουργούσε άλλο ένα σακιέ. Σήμερα ελάχιστα διακρίνεται καθ’ ότι πουλήθηκε για παλιοσίδερα!

Στην τοποθεσία Λογάρι υπήρχε σακιές, ιδιοκτησία του Χατζή Τζιρή.

                                                                             εικ.12

Ο σακιές του Σταυρακοσήφη στην τοποθεσία Αμμούδα ,(εικ.12)και τέλος στα

                                                      εικ.13


Σόχωρα  διατηρείται άλλος ένας ακόμη που ανήκε στην οικογένεια Κλώντζα εκ Λακωνίων και αγοράστηκε από τον  Μανώλη Αλέξη , (βλέπε εικ.13)

Σακιές κομπομηχανή υπάρχει στην τοποθεσία Φαντή . Ο πρώτος ιδιοκτήτης ήταν ο Ταβλομιχάλης και στη συνέχεια τα παιδιά του Γιώργης και Mανώλης Ταβλάς.

Σήμερα  ιδιοκτήτης είναι η πρεσβυτέρα Ειρήνη Ταβλά-Μπροκάκη (βλέπε εικ.7).

Στον Άγιο Κων/νο διασώζονται ελάχιστα δυο ακόμη σακιέδες. Της Σόνιας Ταβλά-Κυριακάκη με κουβαδάκια, (βλέπε εικ.14) και του Δημήτρη Διαλυνά (Δημητρούλη), λίγα μέτρα πιο κάτω, με το σύστημα της αλυσίδας,(βλέπε εικ.15).

    εικ.14    


          εικ.15

Επίσης στη θέση Αμμούδα του παπά Κουτάντου κι αυτός με το σύστημα της αλυσίδας.. Σήμερα ανήκει στους κληρονόμους του κι ελάχιστα διασώζεται, (βλέπε εικ.16).

 εικ.16


Δίπλα στην εκκλησία Μιχαήλ Αρχάγγελος, πριν χρόνια βρισκόταν άλλος ένας σακιές, ιδιοκτησίας του Τζανόπουλου Εμμανουήλ του Αντωνίου. Σήμερα ανήκει στον εγγονό του.

Άλλος ένας σακιές λειτούργησε επί χρόνια σε κηποχώραφο ιδιοκτησίας του μακαρίτη Νικολή Παγκάλου χημικού, στα Σόχωρα στο ύψος Κουτσουνάρι.

Δίπλα από την οικία της Αικατερίνης Ταβλά-Δαμανάκη, εντός του χωριού, βλέπουμε ένα μαγγάνι να στέκεται ακόμη. Ανήκει στο Γεώργιο Κοκκίνη δραυλικός) από τα Καβούσα και στην αδερφή του, Μαρία (βλέπε εικ.17)

  εικ.17


Τέλος μια τουλούμπα συναντάς δίπλα από την εκκλησία των Αγίων Αποστόλων στα Αποστολιανά και ανήκει στην εκκλησία.

 Το πηγάδι κατά πληροφορίες ανοίχτηκε από τους καλόγερους που ζούσαν εδώ, για τις ανάγκες τους.

Με τα χρόνια επιχωματώθηκε και Κριτσώτες το καθάρισαν και μου είπαν ότι ο Μιχάλης Τσίγκος τοποθέτησε με δικά του έξοδα στο πηγάδι, αυτή την τουλούμπα.

Πολύ παλιά, μαγγάνι υπήρχε στη λεγόμενη πηγάδα (κοινοτικό πηγάδι), στον παράδρομο της Κριτσάς, απ’ όπου έπαιρνε, επί πολλά χρόνια με τις στάμνες το νερό ο κόσμος.

 Στην πορεία εκρίθη μη αναγκαίο, λόγω ύδρευσης των οικιών και σήμερα βρίσκεται σκεπασμένο. Ας το ελπίσουμε ότι ίσως κάποια αρχή στο μέλλον κρίνει, ότι οφείλει για ιστορικούς λόγους, να το επαναφέρει ως αξιοθέατο!

Ο χαρακτηριστικός ήχος

Με δεμένα τα μάτια για να μη ζαλιστεί το ζώο ή αποσπάται η προσοχή του, έκανε ένα αργό χορό γύρω στο πηγάδι και συγχρόνως κάτι μεταλλικό σαν κλειδί πλατύ, έπεφτε διαδοχικά πάνω σε ένα-ένα δόντι του τροχού, όπως ακριβώς παίζουν τα ανθρώπινα δάκτυλα τις χάντρες του κομπολογιού.

Δεν μπορώ να περιγράψω τι ωραίο άκουσμα ήχου αυτές οι νότες ρυθμικά ταγκ – νταγκ -νταγκ ). Από μακριά άκουγες αυτόν τον ήχο και γνώριζες ότι ο νοικοκύρης του σακιέ ποτίζει και κάτι θα σε φιλέψει από τον κήπο του ή έστω να σε καλέσει να  πιείς λίγο κρύο νερό.

Κάθε πηγάδι και μια ιστορία

Κάθε πηγάδι αποτυπώνει πρακτικά τη λαϊκή σοφία και κουβαλά ασφαλώς τη δική του ιστορία.

Τέτοια πηγάδια ,κοινοτικά όπως λέγονται, διασώζονται στις μέρες μας ,(το πηγάδι του Νικηφόρου, το πηγάδι στου Λεωνίδη το Χάνι, στο Κλίμα , στο Μάμαλο, στο Σταυρωμένο και στο Μαρδάτι όπου συνεχίζεται η άντληση του νερού με το παλιό γεράνι!

Διέθετε και μια εξαιρετική πέτρινη γούρνα που μια ωραία νύχτα υφαρπάχτηκε  από κάποιους, όπως έγινε και αλλού, για να στολίσει κάποιο κήπο σπιτιού ή ξενοδοχείου!

Σε όλα σχεδόν δίπλα από το καθένα υπήρχε η λαξευμένη σε πέτρα τις περισσότερες φορές γούρνα, όπου πότιζαν οι χωριανοί μας, τα πολυάριθμα αναγκαία για τα χωράφια τους υποζύγια.

 εικ.18

 Γνωστή στους παλαιότερους είναι και η σκεπασμένη σήμερα πηγάδα στο χωριό μας, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, (βλέπε εικ.18).

                                             Νεότερο ποτιστήρι ζώων στη Χανιώτενα

Η ανάγκη ορθολογικής αξιοποίησης του νερού

          Η χρησιμοποίηση του νερού για τις ξηρές περιόδους του χρόνου ήταν ένα διαχρονικό όπλο στη μάχη για την επιβίωση, μέχρι τη διάδοση των δικτύων ύδρευσης που έφεραν το πολύτιμο αγαθό του νερού σε κάθε σπίτι και με την άρδευση σε κάθε χωράφι.

Εξ άλλου με τον ερχομό των γεωτρήσεων και την εμφάνιση του τρεχούμενου νερού στα σπίτια τη δεκαετία του ’70, το νερό έπαψε να τρέχει γύρω από τις κοινόχρηστες βρύσες.

Οι ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου σε νερό δεν μπορούν πια να καλυφθούν από τα παραδοσιακά έργα υδροδότησης, όπως είναι οι στέρνες, οι εξωτερικές βρύσες ή τα πηγάδια.

Οι περισσότερες αποτελούν πια ελληνικό παρελθόν, όπως παρελθόν αποτελούν και οι ζωοκίνητοι σακιέδες  ή τα μαγγάνια για την άντληση νερού.

Οι επιστήμονες ωστόσο τονίζουν ότι στο πλαίσιο αναβάθμισης της ποιότητας ζωής και της προστασίας του περιβάλλοντος κάποιες παλιές πρακτικές συλλογής και τροφοδότησης με νερό θα μπορούσαν να επαναλειτουργήσουν και να συμβάλλουν στην εξοικονόμηση και την ορθολογική αξιοποίηση του νερού, που αλόγιστα σπαταλά ο σύγχρονος άνθρωπος.

 Έχει ειπωθεί άλλωστε ότι «οι μελλοντικοί πόλεμοι θα γίνονται για το νερό».

Η εξαφάνιση των  γερανιών

Εκατοντάδες ήταν τα γεράνια που συναντούσες ή διέκρινες από μακριά να υψώνονται στον Κριτσώτικο ουρανό.

 Όμως  ήρθε ο καιρός να αντικατασταθούν και να πέσουν σε αχρηστία. Ήρθε η σειρά της πετρελαιομηχανής.

Ο ένας μετά τον άλλο Κριτσώτης το «απαρνιόταν» και προμηθευόταν τη  μηχανή. Τώρα γρήγορα και άκοπα έκανε τη δουλειά του.

 Τι κι αν ο θόρυβος της μηχανής ενοχλούσε τα αυτιά του και τάρασσε την ησυχία του κάμπου!

Χρόνια δούλεψαν οι μηχανές μέχρι που η άρδευση του κάμπου έκλεισε τον κύκλο κι αυτών.

Έμειναν μόνο οι αναμνήσεις

Με τα χρόνια όλα αυτά ξεχάστηκαν γιατί κατασκευάστηκαν νέα και διαφορετικά συστήματα γύρω από την άρδευση. Έγιναν όλα αυτόματα με τη χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας, χρονοδιακόπτες, ρύθμιση παροχής νερού, κομπιούτερ κ.λ.π..

Μάλιστα εδώ και μερικές δεκαετίες οι γεωργοί της περιοχής μας δεν ασχολούνται πια με σκάψιμο πηγαδιών, ή τη δημιουργία καράβων (τσιμέντινα αυλάκια μεταφοράς του νερού από την πηγή ή το ποτάμι), γιατί  δημιουργήθηκε ο Τ.Ο.Ε.Β. (Τοπικός Οργανισμός Εγγείων Βελτιώσεων) και με τις γεωτρήσεις που πραγματοποίησε  στον υδροφόρο κάμπο των γειτονικών Λακωνίων, προμηθεύει με άφθονο νερό, πολύ μεγάλο μέρος της επαρχίας μας και με λάστιχα ποτίζονται χιλιάδες δένδρα καθώς και κήποι.

Ο σακκιές  έμεινε τώρα ένα παλιοσίδερο μέσα στη σιωπή, ένα σβησμένο χαμόγελο. Έτσι σβήνει και χάνεται κάθε ωραίο σ´ αυτό τον κόσμο!

Τα γράφουμε όλα αυτά,  για να τα γνωρίσουμε στις επόμενες γενιές, ως ένα μικρό ακόμη 

ψήγμα της μακρόχρονης τοπικής μας ιστορίας!

       ΓΙΑΝΝΗΣ Κ. ΤΑΒΛΑΣ Συνταξιούχος δάσκαλος


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΛΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ - Ο ΣΧΟΙΝΟΠΟΙΟΣ Ν. ΣΚΟΥΛΙΚΑΡΗΣ

  ΚΡΙΤΣΩΤΙΚΟΙ ΠΑΛΜΟΙ Σχοινοποιός, ένα παραδοσιακό επάγγελμα και ο Κριτσώτης Νικόλαος Σκουλικάρης Όσο γυρνάμε προς τα πίσω, επαγγέλματα, ...