Δευτέρα 12 Απριλίου 2021

ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

 

Ο αργαλειός, (αργαστήρι), οι βελέντζες

και οι μπογιατζήδες της Κριτσάς.

Στον αργαλειό τση σκέψη μου,

’φαίνω τα όνειρά μου,

με τση ελπίδας χρώματα,

νήμα τα βάσανά μου.

Σημαντική ήταν η συνεισφορά του αργαλειού στην οικιακή οικονομία της Κριτσάς  τα παλιά χρόνια.

Δεν υπήρχε τίποτε που να μην μπορούσε να γίνει με τον αργαλειό και αφορούσε ένδυση και εξοπλισμό σε υφάσματα, κλινοσκεπάσματα και κάθε λογής ύφασμα, που να μην μπορούσε να φτιάξει η νοικοκυρά του παρελθόντος.

Με λίγα λόγια.

Ήταν το πιο απαραίτητο και το πιο πολύτιμο εργαλείο για την κάθε νοικοκυρά.  Αποτελούσε μέρος της ίδιας της ζωής και δεν έλειπε σχεδόν από κανένα  Κριτσώτικο σπίτι. 

Έχοντας αργαλειό στο σπίτι της, στο πιο ευάερο και πιο ευήλιο δωμάτιο, κάθε αγροτική οικογένεια, ήταν σαν να είχε στη δούλεψή της ένα ατομικό υφαντουργικό εργαστήρι, που κάλυπτε όλες τις ανάγκες σε είδη ρουχισμού και κλινοσκεπασμάτων.

Δεν υπήρχε όπως προαναφέραμε, σπίτι στην Κριτσά, που να μην είχε αργαλειό και η ύφανση ήταν μια ασχολία, που μπορούσες να την αφήσεις να περιμένει, αν στο μεταξύ η οικογένεια είχε άλλες ασχολίες (σπορά, θέρος, λιομάζωμα, περιποίηση οικόσιτων ζώων, μαγείρεμα, καθαριότητα σπιτιού, πλύσιμο ρούχων κ.α).

Αλλά και βόσκηση, άρμεγμα, πήξιμο τυριού κ.α. για τις οικογένειες κτηνοτρόφων.

Η επεξεργασία και το βάψιμο του μαλλιού

Πρώτη ύλη για την κατασκευή των υφαντών ήταν το νήμα, το οποίο προερχόταν από το μαλλί των αιγοπροβάτων, κυρίως όμως των προβάτων, μετά από την κουρά τους που γινόταν από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο.

Το μαλλί το έβραζαν μέσα σε μεγάλα καζάνια για να καθαρίσει.

 Ύστερα το έλιαζαν στον ήλιο για να στεγνώσει και το έξαιναν με τα χτένια για να το κάνουν τουλούπες, το πιο εκλεκτό δηλαδή μέρος του, το οποίο προοριζόταν για νήμα.

Σειρά είχε το γνέσιμο ή κλώσιμο, το οποίο  γινόταν με τη ρόκα. Η νοικοκυροσύνη και η τέχνη της υφάντρας φαινόταν από το πόσο λεπτή έκανε την κλωστή του νήματος.

 Ακολουθούσε το βάψιμο των κλωστών. Οι κλωστές βάφονταν σε κουλούρες και βέβαια βάφονταν μόνο όσες ήταν από άσπρα μαλλιά. Τα φυσικά μαύρα,  δεν βάφονταν, ούτε και τα καστανόχρωμα.

Πριν βαφεί το μαλλί έπρεπε να υποστεί μια ειδική κατεργασία, την πρόστυψη.

Με διάφορα λουτρά σε καταστάλαγμα στάχτης, διάλυση στύψης ή αλατιού προετοίμαζαν οι γυναίκες το μαλλί να δεχθεί στέρεα τα χρώματα.

Αφού το νήμα στράγγιζε, βαφόταν σε βραστό νερό, παλιότερα με χρωστικές ουσίες φυτικές. Το ριζάρι για το κόκκινο χρώμα, το ροδάμι του πουρναριού για διαφορετικό κόκκινο, ο μέλεγος για το πράσινο, οι φλούδες της καρυδιάς για το μαύρο, οι γαζίες για το κίτρινο, η φλούδα του πεύκου για το ανοιχτό καφέ, το λουλάκι για το γαλάζιο, ( βλέπε εικόνα).


Επιτυγχάνονταν έτσι στέρεοι και ανεξίτηλοι χρωματισμοί, αλλά συχνά παρουσιάζονταν δυσκολίες στην εύρεση του ακριβούς τόνου και η επιτυχία της βαφής εξαρτιόταν από την ικανότητα της τεχνίτριας να βρει τον σωστό τόνο.

Αργότερα χρησιμοποιήθηκαν οι μπογιές του εμπορίου, που, όταν ήταν καλής ποιότητας, έδιναν σίγουρο και σταθερό αποτέλεσμα.

Για τη σταθεροποίηση των χρωμάτων γινόταν το στύψιασμα, δηλαδή τελικό λουτρό των βαμμένων νημάτων σε διάλυση στύψης.

Μετά το στέγνωμα, τα μαλλιά, ήταν έτοιμα για την ύφανση, που γινόταν στον αργαλειό.

Πρώτα όμως οι κουλούρες θα πήγαιναν στην ανέμη και με το ροδάνι θα τυλίγονταν στα μασούρια για να πάνε για ύφανση. Έμπαιναν λοιπόν στην ανέμη που μπορούσε να περιστρέφεται γύρω από έναν κάθετο άξονα και μαζεύονταν στα μασούρια.

Πάμε για το τελικό στάδιο

Μετά και από αυτό ακολουθούσε το τελικό στάδιο: η πολύπλοκη εργασία που περιλάμβανε το διάσιμο και την περαμάτιση, δηλαδή τη διάταξη του στημονιού (νήματος) για το πέρασμά του στον αργαλειό.

 Ήταν μια εργασία που γινόταν από έμπειρες υφάντρες σε ελεύθερο υπαίθριο χώρο του χωριού και μόλις τελείωναν, ξεκινούσε πλέον η διαδικασία της ύφανσης και η δημιουργία στον αργαλειό.

Ο αργαλειός σήμερα με τη βιομηχανοποιημένη παραγωγή έχει σχεδόν εκλείψει.

Αποτελούσε όμως για πολλά χρόνια το καλύτερο μέσο για υφαντά λαϊκής τέχνης, μιας τέχνης δύσκολης και επίπονης που έδωσε πραγματικά αριστουργήματα.

Η Ανυφαντούδες γνωστικές να κάνουν το διασίδι

κοράσια για το ξόμπλιασμα και νιες για τ’ αργαστήρι

Οι περισσότερες γυναίκες του χωριού μας γνώριζαν να χειρίζονται τον αργαλειό και η κατασκευή υφαντών για τις καθημερινές ανάγκες της οικογένειάς τους και του νοικοκυριού τους, ήταν υποχρέωσή τους.

Οι γυναίκες κατασκεύαζαν, φουστάνια, ζακέτες, μεσοφόρια, ποδιές, φανέλες, κ.α, για τον εαυτό τους.

Για τους άνδρες έφτιαχναν σακάκια, παντελόνια, πουκάμισα, βράκες, φανέλες, κάπες, (ρασίδια), πατατούκες κ.α

Οι κάπες ήταν κατασκευασμένες από κατσικίσιο μαλλί.

Επίσης έφτιαχναν μάλλινα άσπρα σεντόνια, αντρομύδες, χοντρά μάλλινα υφαντά κλινοσκέπασμα με σχέδια, βελέντζες, χονδρά σκεπάσματα, και στρωσίδια από κατσικίσιο μαλλί.

Ακόμη, κιλίμια, χράμια, κουρελούδες, τσαντίλες για το πήξιμο του τυριού, ταγάρια διαφόρων τύπων, ντορβάδες από τραγόμαλο για το τάισμα των ζώων και πολλά άλλα παρεμφερή, «Ων ουκ έστιν αριθμός». (βλέπε εικόνα)


Τα Κριτσώτικα υφαντά διακρίνονται για τους ποικίλους χρωματικούς συνδυασμούς και το πλήθος των σχεδίων.

Τα μοτίβα τους, εκτός από γεωμετρικά σχήματα περιλαμβάνουν εικόνες από τη Μινωική Κρήτη, από τη φύση και από δραστηριότητες της καθημερινής ζωής.

Ο αργαλειός ήταν φτιαγμένος τις περισσότερες φορές από κυπαρισσόξυλο ήταν δύο ειδών: ο οριζόντιος και ο όρθιος.

Ο πρώτος, που είναι πιο διαδεδομένος στην Κρήτη ,όπως και στο χωριό μας, θεωρείται μεταγενέστερος του δεύτερου.

 Ο όρθιος αργαλειός είναι γνωστός από την εποχή του Ομήρου και η γυναίκα ύφαινε μπροστά του περπατώντας.

 Η εφεύρεση του οριζόντιου αργαλειού έχει αποδοθεί στους Αιγυπτίους.

 Ο κρητικός οριζόντιος αργαλειός



1.Ποδάρι, 2. Μεριά, 3. Πατητήρες ή Πετάλια, 4. Κορώνα όρθια ή Αμασκάλη, 5. Αντί (που τυλίγεται το στημόνι), 6. Κορώνα εγκάρσια, 7. Πέταλο, 8. Τμήμα πετάλου (που μπαίνει το χτένι), 9. Υφασμένο πανί, 10.  Αντί (που τυλίγεται το ύφασμα), 11. Αργαστηροσάνιδο, 12. Καρόλι (απ’ όπου κρέμονται οι μίτοι ή καβαλάρηδες), 13. Περάτες, 14. Σφύκτης (Βέργα που σφίγγει και ξεσφίγγει το στημόνι), 15. Σφύκτης (Βέργα που σφίγγει το ύφασμα), 16. Περάτης (που κρατάει τα μεριά), 17. Πήχεις πετάλου.

Οι μπογιατζήδες στην Κρήτη

Σε όλη την Κρήτη όταν άνθιζε η τέχνη της βαφικής υπήρχαν πολλά οικιακά μπογιατζίδικα, (βλέπε εικόνα).

Να τι διηγείται μια ηλικιωμένη:«Ο άντρας μου ήτανε μπογιατζής και του φέρνανε τα ρούχα και τα έβαφε.

Εκοπάνιζε βελανίδι και λουλάκι μαζί κι απόι τόβραζε και ήριχνε σε μια γάστρα νερό και λίγο λίγο βελανίδι με τη κεψέ.

Ήριχνε και βιτριόλι ( σπίρτο) και ομπρός το δοκίμαζε με τα νερά ντου στη μούρη κι απόι εβούτα τα ρούχα μέσα και τα ανεκάτωνε ύστερα ογρά (υγρά) ως ήτανε τα πήγανε στον ποταμό και τα ξέπλυνε κι απόι τα ξανάφερνε και ξανάβαφε με βιλανίδι και με κόλλα κι ύστερα τα βανε να στεγνώξουνε.

Η κεψέ ήτανε μπακιρένια στρογγυλή σα κράνος με ένα χέρι.

Και μια άλλη συνεχίζει. «Είχαμε και τσι μπογιατζήδες μας κάθε χωριό, εδά έχουνε (α)πομείνει λίγοι, μετρημένοι στα δαχτύλια του ενός χεριού.

 Σου σάζανε το νήμα σου στα καζάνια (ν)τους ή του πήγαινες… ένα(γ)κομμάτι  και τσ’ήβαφτε  ότι’θελες…ότι χρώμα» 

Ρασοτριβείον-βαφείον στην Κριτσά

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΜΜ.ΤΖΑΝΟΠΟΥΛΟΣ

            Στο χωριό μας από παλαιότερα, λόγω της ανάπτυξης της υφαντουργίας, χρειάστηκε κάποιοι χωριανοί μας, να καταπιαστούν με το βάψιμο των νημάτων, των βελεντζών, αλλά και το πάτημα της ρασάς. Ήταν δηλαδή το επάγγελμά τους αυτό.

Το βάψιμο δεν ήταν μια απλή δουλειά αλλά χρειάζεται τέχνη για να επιτύχεις το ποθητό χρώμα. Και οι άνθρωποι αυτοί είχαν εκπαιδευτεί κατάλληλα για να μένει ευχαριστημένη και η πελάτισσα.

Με προσοχή κι επαγγελματισμό ασχολούνταν δηλαδή, με  το βάψιμο των νημάτων, απαραίτητα για τα αργαλειά.

Επίσης έβαφαν και τις βελέντζες διάφορα χρώματα, ανάλογα με την επιθυμία του πελάτη. Χρησιμοποιούσαν τα πρώτα χρόνια φυτικές βαφές κι αργότερα τις έτοιμες βαφές του εμπορίου.

Μετά το βάψιμο των βελεντζών επειδή ήταν σκληρές και άγριες χρειάζονταν και το λεγόμενο πάτημα.

 Τα πολύ παλιά χρόνια, τότε που δεν υπήρχαν μηχανές, υπήρξαν Κριτσώτες οι οποίοι μέσα σε μια ξύλινη σκάφη επί μέρες πατούσαν με τα πόδια τους τις ρασές και ρίχνοντας νερό κατά διαστήματα, κατάφερναν να τις μαλακώσουν κι έτσι γίνονταν πιο εύχρηστες,(βλέπε εικόνα).



 Να αναφέρουμε την  Κεντριανού Καλλιόπη του Γεωργίου και τον Κλώντζα Ιωάννη, μάλιστα ήταν αόμματος, (στη συνοικία Χριστός) .

Στον Παλαίμυλο ενθυμούμαι ως παιδί τον αόμματο επίσης, Μαστορή Μανώλη να ασχολείται με το πάτημα των βελεντζών.

Αργότερα το πάτημα των βελεντζών γινότανε μηχανικά. Έτσι ό Γεώργιος Τζανόπουλος του Εμμ. ύπηρξε ο πρώτος που λειτούργησε ρασοτριβείο πετρελαιοκίνητο στην Κριτσά.

 Αρχή έκαμε από την πατρική του οικία δίπλα στο εμπορικό του Λευτέρη Παγκάλου.

Εδώ διέθετε ειδικά πιθάρια βαφής των βρακόπανων, (είδικό λευκού χρώματος ύφασμα κατασκευής  των παραδοσιακών βρακών των ανδρών), βαφόταν σε μπλε χρώμα, με το λουλάκι κ.α. υλικά.

 Γρήγορα όμως λόγω των αντιδράσεων του ανωτέρω μετακόμισε σε χώρο της οικίας Γιάννη Ταβλά (σήμερα οικία της αδερφής του Αικατερίνης Ταβλά-Δαμανάκη).

Τέλος αγόρασε την οικία του Αρχαύλη Νικολάου δίπλα στο Δημοτικό Σχολείο, όπου εγκατέστησε ένα σύγχρονο βαφείο-ρασοτριβείο, ηλεκτροκίνητο τώρα, αφού το έτος 1962 το ρεύμα έφτασε στην Κριτσά, (βλέπε εικόνα).

Άξιους συμπαραστάτες είχε τα πέντε παιδιά του Μανώλη, Νίκο, Δημήτρη, Ιωσήφ και Αντώνη.

Εδώ δημιούργησαν εταιρεία-συνεταιρισμό με 50-50, με τους χωριανούς τους, (Αλέξη Βασίλη, Μιχάλη Κερούλη και Σκουλικάρη-Κοκκίνη Γεώργιο).

Δεν αρκούνταν βέβαια μόνο στα νοικοκυριά του χωριού μας αλλά με γαϊδουράκι στην αρχή περιήρχοντο τα χωριά (Κρούστα-Πρίνα-Τάπες-Λακώνια κ.α.) κι έπαιρναν τα είδη προς βαφή και πάτημα.

Αργότερα με κλειστό φορτηγό διέτρεχαν όλα τα χωριά του νομού και πέρα στο Ηράκλειο καθ’ ότι ρασοτριβείο τότε, υπήρχε μόνο στη Γεωργιούπολη Χανίων.

 Είχαν γίνει πασίγνωστοι καθ΄ ότι ήταν και άριστοι τεχνίτες.

Ο Γεώργιος Τζανόπουλος του Εμμ. γεννημένος το 1909 παντρεύτηκε τη Μαρία Κουτουλάκη, (Βορρά), ένας άξιος προοδευτικός κι εργατικός Κριτσώτης, νωρίς τον κατείχε επιχειρηματικό πνεύμα.

Ξεκίνησε από το μικρό μπακαλικάκι στην οικία του στο Άγιο Πνεύμα, στη συνέχεια δημιούργησε το ρασοτριβείο και από το 1963 η οικογένειά του ανοίγει Καθαριστήριο επί της Ρούσου Κουνδούρου στον άγιο Νικόλαο, με ενοίκιο τετρακόσιες δραχμές!

 Παράλληλα με ένα μικρό πλυντήριο των δέκα κιλών ξεκίνησαν να πλένουν τα σεντόνια της τότε ελλιμενιζόμενης εταιρείας Μαμιδάκη, στον Άγιο Νικόλαο.

Στη συνέχεια με την ανάπτυξη του τουρισμού οδηγούνται στην κατασκευή ξενοδοχείων και διαμερισμάτων κι επεκτείνουν τα πλυντήρια με κύκλο εργασιών μέχρι Μάλλια και Χερσόνησο.

 Το βαφείο-ρασοτριβείο, του Γεωργίου Τζανόπουλου στην Κριτσά, λειτούργησε  επί αρκετές 10ετίες και σταμάτησε το 1980.

Μέχρι τότε οι νοικοκυρές συνέχιζαν να υφαίνουν στον αργαλειό και ο κόσμος φορούσε ακόμη τα ρασίδια.

Σήμερα είναι εγκαταλειμμένο και μόνο εμείς οι παλαιότεροι το θυμούμαστε σε λειτουργία και μας φέρνει στη μνήμη μας άλλες προβιομηχανικές εποχές! (βλέπε εικόνες)




 Πέραν τον ανωτέρω συνεταιρισμό και ο χωριανός μας Νικόλαος Δετοράκης του Γεωργίου , εξασκούσε κι αυτός το επάγγελμα του βαφέα και του ρασοτρίφτη.

Σιγά σιγά οι εισαγωγές κουβερτών, κεντημάτων κι άλλων ειδών υφαντουργίας, οδήγησε τις γυναίκες να μην ασχολούνται τόσο πολύ με τον αργαλειό και έτσι αναγκαστικά τα όσα βαφεία και ρασοτριβεία, οδηγήθηκαν στο κλείσιμο.

Στραφήκαμε λοιπόν στα έτοιμα κι άλλο ένα παραδοσιακό επάγγελμα του βαφέα, εξέλειπε.

 

 

 


 Από τα ευτράπελα της Κριτσάς

Ας θυμηθούμε κι ένα περιστατικό για το πάτημα και βάψιμο μιας ρασάς, (διήγηση Δετοράκη-Τζιρή Παπαδιώ).

 Η Σκυβαλομαρία. μια παλιά Κριτσώτισσα, θεός σχωρέστηνε, έδωσε την εποχή αυτή στο Τζανόπουλο και Δετοράκη, μια βελέντζα για πάτημα και βάψιμο.

 Όμως η βελέντζα μπήκε, (μίκρυνε) αρκετά κι εκείνη τους οδήγησε στο δικαστήριο στη Νεάπολη, ζητώντας αποζημίωση.

 Ο δικαστής ήταν έτοιμος να εκδώσει καταδικαστική απόφαση οπότε μέσα από το ακροατήριο ξεπετάγεται ένας ακάλεστος Ταπιώτης και ζητάει το λόγο.

Κύριε πρόεδρε είναι άδικο να τους καταδικάσετε καθ΄ ότι πάντοτε οι βελέντζες μπαίνουν κατά το πάτημα.

Γνωρίζω καλά το θέμα γιατί είμαι βοσκός και με το πάτημα το μαλλί μπαίνει. Άρα δε φταίνε οι κατηγορούμενοι.

 Αθώοι οι κατηγορούμενοι ,το δικαστήριο απέρριψε την αγωγή.

 

Γιάννης Κ.Ταβλάς

 

 

 

 

   



 

 

 





 



 

 

 

   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΛΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ - Ο ΣΧΟΙΝΟΠΟΙΟΣ Ν. ΣΚΟΥΛΙΚΑΡΗΣ

  ΚΡΙΤΣΩΤΙΚΟΙ ΠΑΛΜΟΙ Σχοινοποιός, ένα παραδοσιακό επάγγελμα και ο Κριτσώτης Νικόλαος Σκουλικάρης Όσο γυρνάμε προς τα πίσω, επαγγέλματα, ...