Τρίτη 20 Απριλίου 2021

ΦωτογραφίΖΩ…και Μνήμες ξεσκαλίΖΩ…στο παρελθόν γυρίΖΩ…!!!

Οι καμπάνες και τα σημαντήρια στις εκκλησίες

Στις αρχές της βυζαντινής περιόδου για την ειδοποίηση των πιστών να προσέλθουν στη θεία λειτουργία χρησιμοποιήθηκαν σήμαντρα ή σημαντήρια ή αγιοσίδερα.

Στη συνέχεια άρχισαν να κατασκευάζουν και να τοποθετούν καμπάνες στις εκκλησίες.

Οι πρώτες καμπάνες εμφανίσθηκαν στη Δύση κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ. και αργότερα στην Ανατολή, τον 9ο αώνα. μ.Χ..

Η ονομασία τους προήλθε από την πόλη, Καμπανία της Ιταλίας, όπου υπήρχε άφθονο το μέταλλο κατασκευής τους.


 Στους ενοριακούς ναούς της Ανατολής η χρήση τους γενικεύθηκε μετά τον 9ο αιώνα μ.Χ..

Περιφορά Επιταφίου και τα παιδιά με τα σημαντήρια ,ενορίας Αγίου Παντελεήμονος

 Για τη στήριξή τους χτίσθηκαν δίπλα στο νάρθηκα τα κωδωνοστάσια.

Πρόκειται για πυργοειδή κτίσματα, συνήθως πολυώροφα με εσωτερική σκάλα.

Στη συνθετότερη μορφή τους φέρουν στους ορόφους τοξωτά ανοίγματα (παράθυρα) μονόλοβα ή δίλοβα (μονόφυλλα ή δίφυλλα).

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης απαγορεύθηκε από τους Οθωμανούς η ανέγερση κωδωνοστασίων και οι κωδωνοκρουσίες.

Αιτιολογία ήταν η υπάρχουσα δοξασία των μουσουλμάνων ότι ο ήχος της καμπάνας ταράζει τον αιώνιο και μακάριο ύπνο των νεκρών.

Οι καμπάνες  κατέβηκαν από τις Εκκλησίες, απαγορευόταν να χτυπήσουν, παρά μόνο τα σημαντήρια.

Εξαιρέθηκαν από την απαγόρευση το Άγιον Όρος, τα Ιωάννινα, το Ζαγόρι της Ηπείρου και μερικά νησιά του Αιγαίου.

Η απαγόρευση άρχισε να υποχωρεί μετά τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) και τη σταδιακή παρακμή της οθωμανικής αυτοκρατορίας.

 Μετά την ημερομηνία αυτή κτίσθηκαν τα περισσότερα σωζόμενα σήμερα κωδωνοστάσια. Μεταξύ αυτών και της Παναγίας Οδηγήτριας της Κριτσάς, (το έτος 1853).

Το καμπαναριό της Παναγίας Οδηγήτριας

Οι καμπάνες για θρησκευτικούς λόγους ηχούν χαρμόσυνα την Κυριακή της Ανάστασης, την εβδομάδα της διακαινησίμου, τις μεγάλες εορτές και τα πανηγύρια. Πένθιμα ηχούν τη Μεγάλη Παρασκευή.

 Ο κτύπος της καμπάνας παλαιότερα ήταν καθοριστικός και για την κοινωνική ζωή των κατοίκων ενός χωριού.

Για κοινωνικούς λόγους ηχούσαν λυπητερά αναγγέλλοντας το θάνατο συγχωριανού, (συνεχίζεται και στις μέρες μας), φυσιολογικό ήχο για την ειδοποίηση των μαθητών να προσέλθουν στο σχολείο,(παλαιότερα), γρήγορα και συνεχόμενα για συγκέντρωση των κατοίκων λόγω επιστράτευσης ή πυρκαγιάς, κ.ά..

Τι είναι τα σημαντήρια και ποια η χρήση τους

1.     Σημαντήρια στα Μοναστήρια.

 Ξύλινο ή μεταλλικό αντικείμενο, συνήθως δοκάρι ή έλασμα, αναρτημένο με αλυσίδα, το οποίο οι μοναχοί χτυπούν ρυθμικά με ειδικό πλήκτρο στα μοναστήρια, σε καθορισμένο χρόνο, με κόπανο ή μικρό σφυρί για να ξυπνήσει ή να συνάξει τους μοναχούς ή και να καλέσει τους πιστούς στην εκκλησία όπως προβλέπει το τυπικό («σημαίνει κι η Αγιά Σοφιά, το μέγα μοναστήρι / με τετρακόσια σήμαντρα κι εξηνταδυό καμπάνες», δημοτικό τραγούδι).

 Tα σημαντήρια λέγονται, αγιοσήμαντρα και μεγαλοσήμαντρα.

2.     Σημαντήρια των Εκκλησιών

Έλασμα από σούστα φορτηγού δεμένο στην μέση με χοντρό σύρμα για κράτημα, το οποίο κτυπούσαν με μικρό σφυρί.

Τα σήμαντρα αυτά είχαν τις εξής χρήσεις:

Α.  «Αφού ψαλλεί στις εκκλησίες, όλη η  ακολουθία, της Μ. Παρασκευής, σηκώνουν τέσσερις νέοι άνθρωποι, τον Επιτάφιο.

            Ο Επιτάφιος αφού πρώτα γυρίσει τρεις φορές την εκκλησία, ξεκινά η περιφορά του στους δρόμους του χωριού, (ενορίας).

Πηγαίνουν μπροστά οι σημαντηράδες, κυρίως μικρά παιδιά και παίζουν τα σημαντήρια, τα οποία  με το σφυράκι χτυπούν ρυθμικά καθ’ όλη τη διάρκεια της πορείας, προαναγγέλλοντας στους νοικοκυραίους ότι  πλησιάζει η πομπή του Επιταφίου.

«Οπέρυσις  ήκαμα Ανάσταση με τα κοπέλια μου στην Αθήνα μα δεν την εχόρτασα, γιατί μήδε σημαντηράδες εβγήκανε, μήδ’ αρφανό εκάψανε, μήδε πολλές τρακατρούκες ετονήξανε...»

 Πίσω ακολουθούν τα εξαπτέρυγα και ο Σταυρός, κατόπιν ο Επιτάφιος και κατόπιν όλος ο κόσμος και γυρίζουν όλο το χωριό.

Σταματούν σε κάποια σημεία της διαδρομής και ψάλλει ο ιερέας παρακλήσεις. Ο κόσμος στέκεται στην πόρτα του σπιτιού του, θυμιατίζει και οι  ευχές και του χρόνου καλή Ανάσταση να ανταλλάσσεται  απ’ όλους.

Ο Επιτάφιος σηκώνεται ψηλά για να περνούν από κάτω όλοι οι άνθρωποι. Έτσι παίρνουν την ευλογία του Κυρίου.

Β. Η περιφορά της Ανάστασης του Κυρίου, τη δεύτερη μέρα δηλαδή, της Ανάστασης.

Μπροστά παρατάσσονταν τα σημαντήρια, συνήθως δύο με τρία και κτυπούσαν με μικρό σφυρί.

Πίσω ακριβώς δύο μικρά αγόρια ντυμένα με λευκά στιχάρια κρατούσαν τις λαμπάδες.

 Αμέσως μετά τρία μεγαλύτερα ντυμένα ομοίως έφεραν τα εξαπτέρυγα και τον σταυρό.

Στην συνέχεια ένα έκτο με στιχάριο και το θυμιατό στο χέρι, στραμμένο κατά το δυνατόν στην ακολουθούσα επί μεγάλου ιστού ανθοστεφανωμένη Ανάσταση. 

 Παρά πίσω ο Ιερέας μετά οι Ψάλτες και τέλος ο λαός, όλο το χωριό δηλαδή.

Γ. Το Μ. Σάββατο με τα σημαντήρια οι σημαντηράδες (ή ξεξυπνητάδες) γύριζαν όλο το χωριό πριν χτυπήσει ο παπάς την καμπάνα για την Ανάσταση και προειδοποιούσαν τους πιστούς να ετοιμαστούν για την εκκλησία. Το έθιμο τηρείται ακόμη σε μερικά χωριά του τόπου μας.

Ποιος να προλάβει να πάρει σημαντήρι

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Μανώλη Αφορδακού, συνταξιούχου αγροφύλακα, στα παιδικά του χρόνια, στην τότε ενορία της Δαβραδιανής, «σκοτωμός» γινόταν από τα κοπέλια ποιο θα κατορθώσει να πάρει ένα σημαντήρι στα χέρια του, ώστε να εξασφαλίσει τη συμμετοχή του στην περιφορά.

Επίσης μέρες πριν έψαχναν, μου είπε, τις εκκλησίες του χωριού, μήπως βρουν κανένα σημαντήρι, ώστε να εξασφαλίσουν τη συμμετοχή τους στην περιφορά.

Θυμάστε επίσης στις κηδείες άλλοτε, μπροστά από το νεκρό,  πήγαιναν τα εξαπτέρυγα, μέχρι το νεκροταφείο. Ήταν η ευκαιρία να οικονομήσει το παιδί κάποια φραγκοδίφραγκα.

Που να βρεις παιδί που να θελήσει κάτι τέτοιο, σήμερα!

Όλα άλλαξαν. Τότε τα παιδιά ήταν κοντύτερα στην εκκλησία, ενώ σήμερα εντελώς απομακρύνθηκαν.

 Αξίζει ενημερωτικά και το παρακάτω:

Στο χωριό Ρογδιά, ένα όμορφο χωριό του Ηρακλείου, ο σημαντηράς έχει ένα τελείως διαφορετικό ρόλο.

Χωριό Ρογδιά Ηρακλείου

Στη Ροδιά, διατηρείται το έθιμο που ξεκινά αρκετές μέρες πριν τη Μεγαλοεβδομάδα. Κατόπιν δημόσιου  καλέσματος με το σημαντήρι αναδεικνύεται αυτός που θα αναλάβει όλα τα διαδικαστικά που απαιτεί το Πάσχα.

Ο  σημαντηράς δηλαδή, που θα πάρει την ευθύνη για το στολισμό της εκκλησίας από  την Κυριακή των Βαΐων, το  στολισμό του Επιταφίου και τη μεταφορά του.

Το σημαντήρι βγαίνει σε ενός είδους δημοπρασία και όποιος προσφέρει τα πιο πολλά χρήματα, που πηγαίνουν  προς την εκκλησία, γίνεται και ο σημαντηράς.

Πολλές φορές ο ίδιος μπορεί να ζητήσει και τη  συνδρομή συγχωριανών του, με αποτέλεσμα πολλά σπίτια να έχουν ενεργό ρόλο και να γεύονται τη χαρά της προσφοράς στους κατοίκους της Ροδιάς.

 Ο παπάς, σε ένα είδος ανταπόδοσης της όλης προσπάθειας που γίνεται γιαα να είναι όλα ξεχωριστά, από τα λεφτά που συγκεντρώνονται φροντίζει να προσφέρει αρνιά σε όσους έχουν συνδράμει.

Αλλά ας μεταφερθούμε σε παλαιότερες εποχές ,

τότε που υπήρχαν ακόμη οι σημαντηράδες στα χωριά μας.

 (Διήγηση-περιγραφή  Μιχάλης Χουρδάκης (Νίσπιτας)


Κι η αφεδιά μου σημαντηράς!

Ανεστορούμαι τα μετακατοχικά χρόνια όταν μπόμπιρας η αφεδιά μου με τη σίτινη παρέα μου , είμασταν οι σημαντηράδες τσ’ Απάνω Γειτονιάς στη Νεάπολη. Σημαντηράς ήταν όχι ο κατασκευαστής σημαντηριών, αλλά αυτός που χτυπούσε το σημαντήρι με ένα μικρό σε μήκος σίδερο ή σφυρί για να βγάλει το δικό του ξεχωριστό ήχο.

Μια- δυο ώρες πρίχου το ξημέρωμα τω Χριστογέννω είχαμε την τιμητική μας εμείς οι σημαντηράδες που από τρεις με πέντε μέρες νωρίτερα είχαμε κάμει τη βόλτα μας στα ξωκκλήσα της περιοχής κι είχαμε αφαιρέσει τα σημαντήρια και τα κρύβαμε στα σπίθια μας . Αρχηγό που έβγαζε το κουμάντο της διαδρομής που θα ακολουθούσαμε , είχαμε το γέρο καντηλανάφτη της ενορίας τ’ Αγιωργιού, το συχωρεμένο τον Πορτοκάλη (Ραφαηλάκη στο επίθετο) .

- Γιάετε (ακούστε ‘δω) , μας ήλεγε ο Πορτοκάλης από βραδύς με το που τέλευαν τα ‘σπερνά. Με το δεύτερο κράξιμο του κούκλη (πετεινού) σάσε θέλω στην Απάνω Βρύση. Εκειά δα συναχτούμε και δα κινήσουμε από τα σπίθια τω Λαμπρήδω στην απάνω μπάντα, δα πιάσομε το Καραμπατζάκι , τα σπίθια του Λοχία, τον Πετρίτη, δα περάσουμε από του Κοζύρη, το Βερντέν , δα πιάσομε την Αγιά Βαρβάρα, την Καινούργια Γειτονιά , του παπά Σπανού το Πηγάιδι , το Βρυσαλάκι, την Αποπάνω Αγορά, δα μπούμε στο στενοσόκακο των Αγιώ Αποστόλω, του Αραμπιστάνη, κι απόη δα πάρομε οι γι εμισοί τον Άγιο Στέφανο κι οι γι άλλοι εμισοί το Χύμα του Περουλιού . Σαν ‘ποκάμομε τη βόλητα δα σμίξομε στον Άγιώργη απόξω. Να τσοι ξετρουμίσουμε (έχομε σε εγρήγορση) όλους τσ’ ενορίτες για να ‘ναι με την ώρα ντως στην εκκλησά να βάλει Ευλοητός ο παπά Μυρώνης. 

Περίμεναν, ως θυμούμαι ζωντανά από τσι κουβέντες τως, οι πλεια πολλοί χωριανοί μου τον τόσο γλυκό ήχο των σημαντηριών ν’ ακουστεί στη γειτονιά, να σκωθεί όλη η φαμίλια, να ποσαστούνε (ταχτοποιηθούν) και να κινήσουν για τον Άγιώργη. 

Από κάθε κονάκι που περνούσαμε ο Πορτοκάλης, κάτω από τους ήχους των σημαντηριών , εκουρκούνιε (χτυπούσε δυνατά) την πορτέλα , κι εφώνιαζε πασίχαρος : - Βάστα Γιωργάκη, Μπρε ‘συ Γιωργάκη, βάστα λέω. Έχετε τ’ αμέντε ( υπόψη) σας λέω. Βαστάάάάτε. 

Δεν προχωρούσε σε άλλη πορτέλα ο συχωρεμένος ο Πορτοκάλης , αν δεν ήκουγε την απηλοή (απάντηση) του νοικοκύρη να βγαίνει από το σπίτι μέσα.

- Βαστούμε μπρε, μόνο σάλευγε (πήγαινε) παρακάτω. 

Ήσυχος ο Πορτοκάλης ότι έκαμε το καθήκον του επήγαινε στη διπλανή πορτέλα να ακολουθήσει το ίδιο σκηνικό.

            Γιάννης Κ. Ταβλάς

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΠΑΛΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ - Ο ΣΧΟΙΝΟΠΟΙΟΣ Ν. ΣΚΟΥΛΙΚΑΡΗΣ

  ΚΡΙΤΣΩΤΙΚΟΙ ΠΑΛΜΟΙ Σχοινοποιός, ένα παραδοσιακό επάγγελμα και ο Κριτσώτης Νικόλαος Σκουλικάρης Όσο γυρνάμε προς τα πίσω, επαγγέλματα, ...